Φωτιές άναψε στον κλάδο της κινητής τηλεφωνίας η παρέμβαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού δημοσιεύοντας στην επίσημη ιστοσελίδα της έκθεση της φινλανδικής εταιρείας Rewheel συγκρίνοντας τα προσφερόμενα τιμολόγια που προσφέρουν στους εγχώριους καταναλωτές, σε σχέση με αυτά που λαμβάνουν αντίστοιχα προγράμματα οι Ευρωπαίοι καταναλωτές.
Ο νέος πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού, κ. Γιάννης Λιανός, με την ανάληψη των καθηκόντων του δεν έκρυψε το ενδιαφέρον του η Επιτροπή Ανταγωνισμού να λάβει και αρμοδιότητες που σήμερα δεν κατέχει, όπως είναι οι εταιρείες κινητής και σταθερής τηλεφωνίας, που μέχρι σήμερα είναι αρμοδιότητα της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ). Πρόκειται για την πλέον αρμόδια Επιτροπή, σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, που ασχολείται με τις τηλεπικοινωνίες και τα παράπονα των καταναλωτών.
Ωστόσο, η παρουσία της Εθνικής Επιτροπής στα ζητήματα των καταναλωτών δεν ανταποκρίνεται στο βαθμό που θα ανέμενε κάποιος. Δεν είναι η πρώτη φορά που οι εταιρείες έρχονται στο προσκήνιο με εκθέσεις για υψηλά τιμολόγια αλλά η Εθνική Επιτροπή έχει επιλέξει το ρόλο του παρατηρητή. Τα έως τώρα πεπραγμένα της Εθνικής Επιτροπής δεν ενθουσιάζουν στον τομέα των καταναλωτών, καθώς πολλοί και αρκετές φορές έχουν απευθυνθεί στην αρμόδια ΕΕΕΤ, χωρίς ιδιαίτερο αποτέλεσμα και χωρίς να βρεθεί μία συμβιβαστική λύση.
Ωστόσο, η πρόθεση του προέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού να αναλάβει κι αυτή τη δραστηριότητα, με πρόσχημα ή επιχείρημα την εμβάθυνση και τον καλύτερο έλεγχο του ανταγωνισμού (ή του ολιγοπωλίου) έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις, καθώς πολλοί εύχονται και θα ήθελαν κάποια στιγμή να αλλάξει η κατάσταση – ή να μπουν τα πράγματα σε μία τάξη, όπως αναφέρουν. Η πρόθεση αυτή έχει διαφανεί εδώ και αρκετούς μήνες και στην αρχή, σύμφωνα με το ρεπορτάζ, αιφνιδίασε την κυβέρνηση, η οποία δεν το ξέκοψε. Ωστόσο στην πορεία, μετά από συζητήσεις σε ανώτατο επίπεδο, φαίνεται ότι η πλάστιγγα έκλινε προς τη διατήρηση της αρμοδιότητας στην ΕΕΤΤ. Άλλωστε, και στην ΕΕ δεν ακολουθείτε μόνο η μία ή η άλλη πρακτική, αλλά οι χώρες είναι μοιρασμένες ανάμεσα στα δύο μοντέλα επιτήρησης του ειδικού – τηλεπικοινωνιακού – ανταγωνισμού. Ωστόσο, η ΕΑ δεν φαίνεται να το βάζει κάτω, καθώς η αγορά αποτελείται από 3 μόνο παίκτες, με αναλογία μεριδίου 5-3-2, κάτι που στο μυαλό του ειδικού επί ανταγωνισμού κ. Λιανού δεν είναι αποδεκτό. Έτσι προκύπτουν και εκθέσεις που μιλούν για την ανάγκη 4ου παίκτη στην αγορά (παρότι υπήρχε και αποχώρησε), ενώ η Ελλάδα απέχει από άλλες αγορές όχι μόνο στις τιμές αλλά και στην έλλειψη virtual παρόχων που θα συμπίεζαν τις τιμές. Σημειώνεται ότι οι μεγαλύτεροι 2 από τους 3 παίκτες (Cosmote, Vodafone) ελέγχονται από πολυεθνικές του κλάδου, ενώ ο τρίτος παίκτης (Wind) ελέγχεται από επιχειρηματικά κεφάλαια, για τον οποίο σχεδόν πάντα υφέρπουν φήμες πώλησης, παρότι αποτελεί κατά κανόνα τον πιο φθηνό για τους καταναλωτές πάροχο.
Ωστόσο, το πιο γνωστό θέμα για την ΕΕΤΤ (και αυτό που κυρίως την απασχολεί) τα τελευταία χρόνια είναι οι κεραίες της κινητής τηλεφωνίας, τόσο για τα προβλήματα αδειοδότησης, που τώρα επιλύονται, όσο και για την κοινή ανάπτυξη δικτύου με μοιρασμένες επενδύσεις, κάτι που η ΕΑ θεωρεί ότι νοθεύει τον ανταγωνισμό, ενώ συμβαίνει σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Το θέμα των κεραιών πάντως, και οι τοπικές αντιδράσεις, παραμένει μάλλον άλυτο για περισσότερες από τρεις δεκαετίες. Ισίως, ενόψει της ανάπτυξης των δικτύων 5G. Οι επενδύσεις στο δίκτυο σε μια μικρή αγορά χωρίς υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας είναι για τις εταιρείες του κλάδου βασικός λόγος που το κόστος της κινητής μπορεί να διαβαστεί ως υψηλότερο άλλων χωρών.
Ένα μικρό ιστορικό με ενδιαφέρον
Οι Έλληνες καταναλωτές κατανόησαν αρχικά την υπόθεση του ανταγωνισμού από τις εξελίξεις στην σταθερή και κινητή τηλεφωνία, με την κατάργηση του μονοπωλίου του ΟΤΕ και την είσοδο εταιρειών στην κινητή τηλεφωνία επί πρωθυπουργίας Κωνσταντίνου Μητσοτάκη την περίοδο 1990 -1993. Ο ανταγωνισμός στην σταθερή και κινητή τηλεφωνία έφερε αποτελέσματα για τους καταναλωτές, χωρίς ωστόσο η αγορά να φτάσει στο επιθυμητό επίπεδο, καθώς πάντα υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης. Πάντως, παρά την κριτική στην ΕΕΕΤ, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι έχει παίξει στο παρελθόν πολύ επιθετικό ρόλο απέναντι στον ΟΤΕ και την COSMOTE, ιδίως προ αλλά και μετά τη μεταβίβαση στους Γερμανούς της DT, ρυθμίζοντας με σκληρότητα την εμπορική της πολιτική, λόγω δεσπόζουσας θέσης, κάτι που παραμένει ακόμη και πολλοί θεωρούν ότι κρατάει ψηλά τις τιμές στην ελληνική αγορά.
Σήμερα όμως, μετά από χρόνια λειτουργίας της αγοράς, οι καταναλωτές γνωρίζουν πολύ καλά ότι, όταν αποχωρήσουν από μία εταιρεία και μετακινηθούν σε κάποια άλλη, θα δεχτούν μια καλή προσφορά ή και από την ίδια την εταιρεία για να παραμείνει ο πελάτης, προσφέροντας τιμολόγιο μειωμένο έως 30%, σε σχέση με αυτό που πλήρωνε πριν εγκαταλείψει την εταιρεία.
Πόσο πληρώνουν παραπάνω οι Έλληνες με βάση την έρευνα:
Η Ελλάδα κατατάσσεται, επίσης τα τελευταία 5 χρόνια, ως μία από τις πιο ακριβές χώρες της ΕΕ28 και του ΟΟΣΑ στις ετήσιες μελέτες σύγκρισης τιμών παροχής υπηρεσιών ευρυζωνικού κινητού δικτύου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, καθώς και στις εξαμηνιαίες μελέτες “Digital Fuel Monitor” της Rewheel οι οποίες αφορούν στη σύγκριση διεθνών τιμών δεδομένων κινητού δικτύου.
Οι εν λόγω τιμές στην Ελλάδα είναι ακριβές και λόγω του φόρου κινητής τηλεφωνίας, όπως αναδεικνύουν οι περισσότεροι παρατηρητές. ωστόσο η Rewheel υποστηρίζει ότι μέχρι τον Μάρτιο του 2020 (πριν ξεκινήσουν οι προσφορές της κρίσης) οι τιμές ήταν υψηλότερες στη χώρα μας ακόμη και χωρίς συνυπολογισμό του φόρου, κάτι που η ΕΕΤΤ και οι εταιρείες επιχειρηματολογούν ότι δεν ισχύει.
Για παράδειγμα, αναφέρει η Rewheel ότι με προϋπολογισμό 20 ευρώ το μήνα, στην Ελλάδα ο καταναλωτής αγοράζει ένα πρόγραμμα 4G κινητής το οποίο δεν ξεπερνά τα τα 2,6 gigabytes δεδομένων, τα 300 λεπτά ομιλίας και τα 500 SMS. Αντίθετα, σε όλες τις άλλες αγορές, με 20 ευρώ το μήνα, ο καταναλωτής θα μπορούσε να αγοράσει περίπου 4-7 φορές περισσότερα gigabytes τουλάχιστον, και επιπλέον απεριόριστα λεπτά ομιλίας και SMS (στην Αυστρία θα μπορούσε να αγοράσει 2.000 λεπτά ομιλίας και SMS με 20 ευρώ το μήνα). Στη Φινλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο, οι καταναλωτές θα μπορούσαν να αγοράσουν απεριόριστο όγκο δεδομένων για τα smartphone τους, πληρώνοντας λιγότερο από 20 ευρώ το μήνα.
Αντίστοιχα, με προϋπολογισμό 40 ευρώ το μήνα, οι Έλληνες καταναλωτές θα μπορούσαν να αγοράσουν ένα πρόγραμμα 4G κινητής με το πολύ 11 gigabytes, 500 λεπτά ομιλίας και 500 SMS. Σε όλες τις άλλες αγορές, με 40 ευρώ το μήνα, οι καταναλωτές θα μπορούσαν να αγοράσουν τουλάχιστον περίπου 3 φορές περισσότερα gigabytes και επιπλέον απεριόριστα λεπτά ομιλίας και SMS. Στη Γερμανία, την Ολλανδία, τη Φινλανδία, την Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, οι καταναλωτές θα μπορούσαν να αγοράσουν απεριόριστο όγκο δεδομένων με ταχύτητες HD βίντεο και απεριόριστα λεπτά και SMS για λιγότερο από 40 ευρώ το μήνα.
Τα προγράμματα κινητής με απεριόριστο όγκο δεδομένων και ελάχιστη ταχύτητα 3 Mbit/s για συνεχή ροή βίντεο HD ήταν διαθέσιμα, κατά το Μάρτιο του 2020, σε 7 από τις 8 χώρες που συμπεριλήφθηκαν σε αυτή τη σύγκριση. Οι Έλληνες καταναλωτές κλήθηκαν να πληρώσουν 149,90 ευρώ μηνιαίως κατά το Μάρτιο του 2020 για να αγοράσουν πρόγραμμα κινητής το οποίο περιλαμβάνει απεριόριστο όγκο δεδομένων για την υποστήριξη συνεχούς ροής βίντεο HD, ήτοι 6 φορές περισσότερο από ό,τι πληρώνουν οι Ολλανδοί καταναλωτές.
Η πρώτη εταιρεία που αντέδρασε την έρευνα ήταν η Vodafone, ακολούθησε η Wind και θέση πήρε και η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών, επικρίνοντας την φινλανδική εταιρεία, η οποία με τη σειρά έδωσε απαντήσεις.
Πάντως, στέλεχος εταιρείας κινητής τηλεφωνίας σε κλειστές συζητήσεις ισχυρίζεται ότι η εταιρεία έβαλε σε σύγκριση τις ονομαστικές τιμές τιμοκαταλόγου, οι οποίες στην πράξη είναι χαμηλότερες έως 25%
Το θέμα θα φθάσει στη Βουλή, καθώς βουλευτές του ΚΙ.ΝΑΛ κατέθεσαν ερώτηση προς τον αρμόδιο υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων κ Άδωνι Γεωργιάδη. Τέλος, να σημειωθεί ότι η επιλογή Λιανού στην Επιτροπή Ανταγωνισμού ήταν επιλογή του Μαξίμου και, προσωπικά του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη.