Ernst & Young
Πηγή Εικόνας: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Οι πολλαπλές προκλήσεις που δημιουργεί στις επιχειρήσεις η εξάπλωση του κορονοϊού βρέθηκαν στο επίκεντρο του τρίτου κατά σειρά webcast που διοργάνωσε πρόσφατα η Ernst & Young Ελλάδος, με τη συμμετοχή ανώτερων και ανώτατων στελεχών ελληνικών επιχειρήσεων.

Όπως επισημαίνεται σε σχετική ανακοίνωση, στην παρουσίασή της, η Χριστιάνα Παναγίδου, Εταίρος στο Τμήμα Υπηρεσιών Διασφάλισης της ΕΥ Ελλάδος και υπεύθυνη για θέματα IFRS στην περιοχή Κεντρικής Νοτιοανατολικής Ευρώπης και Κεντρικής Ασίας (CESA), αφού αναφέρθηκε στην αστάθεια και αβεβαιότητα που έχει προκαλέσει στις χρηματαγορές παγκοσμίως η πανδημία του COVID-19, τόνισε την κρισιμότητα της συνέχισης της ροής της χρηματοοικονομικής πληροφόρησης, για να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη της επενδυτικής κοινότητας προς τις επιχειρήσεις.

Η ομιλήτρια, σύμφωνα με το ΑΠΕ – ΜΠΕ, απέδωσε ιδιαίτερη σημασία στο θέμα της αξιολόγησης της βιωσιμότητας μιας επιχείρησης (αρχή της συνέχισης της δραστηριότητας – Going Concern), εξηγώντας ότι τα ιστορικά αποτελέσματα δεν αποτελούν πλέον καλή βάση για εκτίμηση των μελλοντικών ταμειακών ροών και ότι, κατά την αξιολόγηση, οι διοικήσεις θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους, τόσο τις υφιστάμενες επιδράσεις της πανδημίας, όσο και τις μελλοντικές, συμπεριλαμβάνοντας εκτιμήσεις για τους επόμενους 12 μήνες κατ’ ελάχιστον.

Σε σχετική ερώτηση, η συντριπτική πλειοψηφία των συμμετεχόντων (96%) εκτίμησε ότι εξαιτίας των επιπτώσεων του COVID-19 στην αγορά, η αξιολόγηση βιωσιμότητας θα απαιτήσει μεγαλύτερη προσπάθεια και χρόνο από τη Διοίκηση, αφενός για να εξεταστούν πιο αναλυτικά τα θέματα ρευστότητας και, αφετέρου, επειδή οι εταιρείες βρίσκονται σε διαδικασία αναθεώρησης των επιχειρηματικών τους πλάνων.

Ο Στέλιος Ντούρης, Manager στο Τμήμα Χρηματοοικονομικών Λογιστικών Συμβουλευτικών Υπηρεσιών της ΕΥ Ελλάδος και μέλος του IFRS Desk της EY για την περιοχή CESA, ανέτρεξε στην αλληλουχία των γεγονότων που συνδέονται με την εξάπλωση του COVID-19, σημειώνοντας ότι τα περισσότερα και πιο σημαντικά γεγονότα έλαβαν χώρα και αναφέρονται σε συνθήκες που προέκυψαν μετά την 31η Δεκεμβρίου, ημερομηνία ισολογισμού για τις περισσότερες επιχειρήσεις.

Συνεπώς, για αυτά τα «μη διορθωτικά γεγονότα» – σύμφωνα με το Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 10 (ΔΛΠ 10), αλλά και το Ν.4308/2014 περί Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων – οι επιχειρήσεις οφείλουν να διενεργήσουν γνωστοποιήσεις στις οικονομικές τους καταστάσεις, αναφέροντας τη φύση του γεγονότος και μία εκτίμηση της οικονομικής επίπτωσής του ή μία δήλωση στην περίπτωση που μία τέτοια εκτίμηση δεν είναι εφικτή. Αντίστοιχη αξιολόγηση και σημαντική κρίση πρέπει να διενεργήσουν οι εταιρείες κατά τη δημοσίευση των ενδιάμεσων οικονομικών τους καταστάσεων την 31η Μαρτίου 2020.

Στην επόμενη ενότητα, η Ειρήνη Πελεντρίδου, Manager στο Τμήμα Υπηρεσιών Διασφάλισης της EY Ελλάδος και μέλος του IFRS Desk της EY για την περιοχή CESA, αναφέρθηκε στο ζήτημα της πιθανής απομείωσης των περιουσιακών στοιχείων των εταιρειών, εξαιτίας των εξελίξεων που προκάλεσε η πανδημία.

Η ομιλήτρια εκτίμησε ότι, σε αρκετές περιπτώσεις, οι επιχειρήσεις θα εντοπίσουν ενδείξεις απομείωσης στις ενδιάμεσες χρηματοοικονομικές αναφορές πρώτου τριμήνου και εξαμήνου 2020, τονίζοντας ότι εάν υπάρξει απομείωση υπεραξίας, αυτή δεν μπορεί να αντιστραφεί σε επόμενες περιόδους, ακόμη και εάν παρατηρηθεί βελτίωση της κατάστασης που οδήγησε σε αυτή.

Στη συνέχεια, αναφέρθηκε στη διαδικασία υπολογισμού του ανακτήσιμου ποσού των περιουσιακών στοιχείων, στην οποία πρέπει να προβούν οι εταιρείες, σε περίπτωση εντοπισμού ενδείξεων απομείωσης.

Τις πιθανές επιπτώσεις της πανδημίας στην επιμέτρηση της εύλογης αξίας, ανέλυσε ο Κώστας Σταθόπουλος, Εταίρος και Επικεφαλής Χρηματοοικονομικών Λογιστικών Συμβουλευτικών Υπηρεσιών της ΕΥ Ελλάδος.

Ο ομιλητής, αφού υπογράμμισε τη δυσκολία ενσωμάτωσης της μεταβλητότητας διαφόρων χρηματοοικονομικών δεικτών σε σχετικές μετρήσεις, αναφέρθηκε στα τρία επίπεδα ιεραρχίας της διαδικασίας επιμέτρησης της εύλογης αξίας, όπως αυτή ορίζεται από το Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 13 (ΔΠΧΑ 13), επικεντρωνόμενος ειδικότερα στο τρίτο επίπεδο ιεραρχίας, το οποίο αφορά την αποτίμηση βάσει μη παρατηρήσιμων στοιχείων, η οποία απαιτεί κυρίως την εξάσκηση επαγγελματικής κρίσης.

Ο κ. Ντούρης, στη συνέχεια, αναφέρθηκε στις ενδεχόμενες επιπτώσεις του COVID-19 στα συμβόλαια μίσθωσης, όπως για παράδειγμα πολιτικές για την παροχή επιδοτήσεων ή μειώσεις μισθωμάτων, καθώς και στη λογιστική τους αντιμετώπιση και τις πρακτικές δυσκολίες, εξηγώντας ότι απαιτείται αξιολόγηση και κρίση εάν οι σχετικές συναλλαγές εμπίπτουν στο ΔΛΠ 20 περί κρατικών ενισχύσεων ή στο ΔΠΧΑ 16 περί μισθώσεων.

Σε σχετική ερώτηση, πάνω από τους μισούς (58%) ανέφεραν ότι έχουν ήδη εντοπίσει, είτε δανειακές συμβάσεις, είτε συμβάσεις μίσθωσης, είτε άλλες συμβάσεις (με πελάτες, προμηθευτές, κλπ.), είτε όλες τις παραπάνω, που έχουν τροποποιηθεί ή πρόκειται να τροποποιηθούν λόγω του COVID-19. Οι υπόλοιποι ερωτηθέντες απάντησαν, αντίστοιχα, ότι δεν είναι σίγουροι ακόμη.

Στην τελευταία ενότητα του webcast, η κ. Πελεντρίδου επικεντρώθηκε στα μέτρα στήριξης της οικονομίας και τα ευρύτερα πακέτα οικονομικών κινήτρων, και τη λογιστική αντιμετώπισή τους στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις.

Πιο συγκεκριμένα, η ομιλήτρια διέκρινε δύο κατηγορίες: τα μέτρα με τη μορφή ελάφρυνσης (π.χ. αναστολή φορολογικών υποχρεώσεων) και τα μέτρα με τη μορφή επιδότησης ή διευκόλυνσης, ενώ τόνισε ότι η επίδραση των μέτρων αυτών, σε αρκετές περιπτώσεις, θα πρέπει να αξιολογηθεί βάσει των ΔΛΠ 12 και ΔΛΠ 20, αντίστοιχα.