Φυσικά φαινόμενα και κυβερνοχώρος είναι τα «φρούτα της εποχής», που διεκδικούν πλέον τη μερίδα του λέοντος στις αγωνίες των Ελλήνων πολιτών. Για τη θωράκιση του εύθραυστου περιβάλλοντος, την ασφάλεια του οποίου δεν είναι σε θέση να εγγυηθεί η πολιτεία, τόσο «χάριν» του απρόβλεπτου που εγκυμονεί κάθε στοιχείο της φύσης στην πρώτη κατηγορία, όσο και εξαιτίας του χάους του διαδικτύου, που δεν οριοθετείται με νόμους και μέτρα στη δεύτερη, φαίνεται πως οι πολίτες στρέφονται πλέον με αργό, αλλά σταθερό ρυθμό, στην ιδιωτική ασφάλιση.
«Προστασία από cyber ζημίες και κυβερνοεπιθέσεις, καθώς και αποζημιώσεις από φυσικές καταστροφές είναι οι δύο αναδυόμενοι κλάδοι με ειδικό ενδιαφέρον» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ το μέλος της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος (ΕΑΕΕ), επικεφαλής της Επιτροπής Περιουσίας, Αντασφαλίσεων, Μεταφορών και Σκαφών, Ερρίκος Μοάτσος, και εξηγεί: «Η κλιματική κρίση και τα φαινόμενά της έχουν στρέψει το ενδιαφέρον των πολιτών στην προστασία περιουσιών, που θα μπορούσαν να πληγούν από αυτά. Ίσως όχι τόσο όσο θα περιμέναμε, αλλά πάντως, έχουμε κινητικότητα. Μετά τη Μάνδρα και το Μάτι, προσωπικά περίμενα ακόμη μεγαλύτερη αγωνία. Πράγματι, στην αρχή, αμέσως μετά την καταστροφή, υπήρξε αυξημένη ροή, αλλά κατακάθισε. Ίσως επειδή ο πολίτης περιμένει πάντα την παρέμβαση της πολιτείας. Και δεν είναι χαρακτηριστικό μόνο του Έλληνα. Ισχύει και αλλού. Για παράδειγμα, στη σεισμογενή Καλιφόρνια, μόλις 15% των κατοικιών είναι ασφαλισμένες για ζημίες από σεισμό».
Παρά τη ζέση των Ελλήνων να αποκτήσουν το δικό τους σπίτι και την, εντέλει, πανευρωπαϊκή πρωτιά της Ελλάδας σε ιδιόκτητες κατοικίες (αριθμεί έξι εκατομμύρια ιδιόκτητα σπίτια, ποσοστό 70% επί του συνόλου), οι πολίτες δείχνουν να συμπεριφέρονται αντιστρόφως ανάλογα σε ό,τι αφορά την προστασία της περιουσίας τους. Ακόμη και στην ασφάλιση των οχημάτων τους έναντι φυσικών καταστροφών (π.χ. χαλάζι, που καθίσταται πλέον σύνηθες). Κι ας κοστίζει η ασφάλιση ενός σπιτιού από τέτοιους κινδύνους λιγότερο από την ασφάλιση ενός αυτοκινήτου…
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Επιτροπής Περιουσίας της ΕΑΕΕ, τα ασφαλισμένα σπίτια στην Ελλάδα είναι περίπου 1 εκατομμύριο, δηλαδή 15% επί του συνόλου, εκ των οποίων τα 2/3 λόγω απαίτησης των τραπεζών, καθώς είναι αγορασμένα με ενυπόθηκα δάνεια. Σε αντίθεση, π.χ. με πολιτείες των ΗΠΑ, όπου στη συντριπτική τους πλειονότητα οι κατοικίες είναι κατά κανόνα ασφαλισμένες τουλάχιστον από πυρκαγιές. Πώς ερμηνεύεται αυτό… Είναι μόνο έλλειμμα ασφαλιστικής συνείδησης εκ μέρους των Ελλήνων; «Το θέμα είναι πολυπαραγοντικό. Στην Ελλάδα δεν έχουμε ξύλινα σπίτια, όπως στην Αμερική. Τα σπίτια στον τόπο μας είναι γερά. Θα αντέξουν σε μια περιστασιακή φωτιά ή, ας πούμε, σε έναν σεισμό, εφόσον είναι χτισμένα σύμφωνα με τον αντισεισμικό οικοδομικό κανονισμό. Όμως, δυστυχώς, υπάρχουν και οι αστάθμητοι παράγοντες. Σπάνια θα συμβεί ένα έντονο φυσικό φαινόμενο, αλλά όταν συμβεί θα είναι καταστροφικό» εξηγεί ο κ. Μοάτσος.
Η επιφυλακτική στάση των Ελλήνων σε σχέση με την ασφάλιση των περιουσιών τους από φυσικές καταστροφές, αποδίδεται -κατά τον κ. Μοάτσο- σε τρεις λόγους: «Έλλειψη συνειδητοποίησης του κινδύνου, αναμονή από το κράτος να επιληφθεί επί του θέματος, μη γνώση των χαμηλών ασφαλίστρων».
Από τις κατοικίες της φονικής πυρκαγιάς του Ιουλίου του 2018, στην Αττική, οι 835 ήταν ασφαλισμένες. Οι ιδιοκτήτες τους, σε έναν, δύο ή τρεις μήνες, αποζημιώθηκαν με κατά μέσο όρο 40.000 ευρώ έκαστος. Τα ποσά διατέθηκαν για βασικές επισκευές και οι περισσότεροι εξ αυτών κατάφεραν να κάνουν τα σπίτια τους και πάλι κατοικήσιμα.
«Το 2019 καταγράψαμε τέσσερα μεγάλα καταστροφικά συμβάντα: τρία ακραία καιρικά φαινόμενα τον Φεβρουάριο στην Κρήτη, τον Ιούλιο στη βόρεια Ελλάδα -κυρίως στη Χαλκιδική- και τον Νοέμβριο στην Αθήνα, καθώς επίσης και σεισμούς στην Αθήνα τον Ιούλιο. Για συνολικά 5.000 ζημίες διατέθηκαν, ως αποζημιώσεις, 33 εκατομμύρια ευρώ» λέει ο κ. Μοάτσος.
Φαίνεται πως και στον ασφαλιστικό τομέα αποτυπώνονται τα χαρακτηριστικά της φυλής, η κοντή μνήμη και η εναπόθεση προσδοκιών και ελπίδων στις υποχρεώσεις της πολιτείας. Μόνο που υπάρχουν περιπτώσεις, κατά τις οποίες όταν η πολιτεία απέχει, απέχει και ο ασφαλιστικός κλάδος. Οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν είναι για να υποκαθιστούν το κράτος, αλλά για να ενισχύουν τις παροχές του στους πολίτες. Υπάρχουν περιοχές που και οι ασφαλιστικές δεν μπορούν να παρέχουν βοήθεια στον πολίτη. Για παράδειγμα, στα Εξάρχεια κατά κανόνα δεν ασφαλίζονται καταστήματα, κατοικίες ή Ι.Χ., διότι τα καταστροφικά συμβάντα είναι σχεδόν καθημερινότητα. Εκεί δεν μπορείς παρά να επιμείνεις για τη συνδρομή της πολιτείας.
Σε ό,τι αφορά την προστασία του κυβερνοχώρου, η αλήθεια είναι πως μοιάζει με σενάριο δυστοπικής κινηματογραφικής ταινίας και σίγουρα, ακόμη και ως πραγματικότητα δεν θα τη φανταζόμασταν να εξελίσσεται στην Ελλάδα. Αλλά συμβαίνει. Και μάλιστα με αυξανόμενο ρυθμό. Οι κακόβουλες επιθέσεις σε ευαίσθητα ψηφιακά περιβάλλοντα είναι γεγονός και στη χώρα μας και οι ασφαλιστικές είναι εκεί για να παρέχουν προστασία σε κάθε ενδιαφερόμενο. «Τα τελευταία χρόνια καλούμαστε να ασφαλίσουμε πολύτιμα λογισμικά από κυβερνοεπιθέσεις, χακαρίσματα, εκβιασμούς έναντι λύτρων για να αποδεσμευτούν ψηφιακά αρχεία κ.α.» τονίζει ο κ. Μοάτσος.
Το πεδίο δράσης των εγκληματιών του κυβερνοχώρου στην Ελλάδα είναι σχετικά καινούργιο και τα στατιστικά στοιχεία δεν επαρκούν για να αποδώσουν επακριβώς τη διεισδυτικότητά του στην ελληνική κοινωνία. Ο εχθρός από έναν κόσμο, όπου και εσύ ο ίδιος δεν έχεις ακόμα συνειδητοποιήσει πού υπάρχει και πού κινείται, αντιπροσωπεύει την απόλυτη «ασύμμετρη απειλή». Ο εκβιαστής χωρίς πρόσωπο, που μπορεί να εισβάλλει σε ένα εύθραυστο λογισμικό, μετατρέπεται σε καταστροφέα με το πάτημα ενός κουμπιού. Τα πολύτιμα δεδομένα, όπως και τα «χνάρια» του εχθρού, εξαφανίζονται εν ριπή οφθαλμού. Ο εντοπισμός του εγκληματία είναι υπόθεση της ειδικής αστυνομικής υπηρεσίας. Οι ασφαλιστικές δεν είναι εκεί για να αποτρέψουν, αλλά για να αποζημιώσουν για την καταστροφή. Ένα ψηφιακό περιβάλλον προσφέρεται για καταχώρηση ανυπολόγιστου αριθμού αρχείων και πολύτιμων προσωπικών δεδομένων. Αλλά δεν είναι απρόσβλητο και ίσως το χειρότερο είναι πως η ζημιά δεν υπολογίζεται και δεν αποτιμάται εύκολα.
«Η καταστροφή μπορεί να είναι τεράστια. Σκεφτείτε τα δεδομένα τραπεζών ή των υπηρεσιών υγείας…» λέει ο κ. Μοάτσος.