Σχέδια και προτάσεις που κατατέθηκαν ήδη στον δήμαρχο και τοπικό κυβερνήτη της πόλης και του ομόσπονδου κρατιδίου, Μίχαελ Λούντβιχ, στοχεύουν στην ανάδειξη της Βιέννης ως “Η πόλη των γεφυρών”, καθώς σήμερα σχεδόν κανείς δεν φαίνεται να γνωρίζει ότι η αυστριακή πρωτεύουσα είναι, μετά το Αμβούργο, η μητρόπολη με τις περισσότερες γέφυρες στην Ευρώπη.
Γενική είναι η εντύπωση πως η Βενετία και το Άμστερνταμ διαθέτουν τις περισσότερες γέφυρες στην γηραιά ήπειρο, όμως αυτό καθόλου δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, καθώς η πρώτη διαθέτει μόλις 400 γέφυρες, ενώ ο αριθμός τους στην ολλανδική πρωτεύουσα ανέρχεται σε 1.281, τη στιγμή που το μεν Αμβούργο αριθμεί 2.500 η δε Βιέννη 1.716, γέφυρες.
Υπάρχουν πόλεις στον κόσμο, τις οποίες κάποιος επισκέπτεται για τις γέφυρες τους, όπως, για παράδειγμα, το Σαν Φρανσίσκο, τη Βενετία ή το Άμστερνταμ, αναφέρει σχετικά ο αρμόδιος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Αυστρίας Αλεξάντερ Μπλαχ, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Ο ίδιος τονίζει, πως με την κατάλληλη προώθηση, εμπορευματοποίηση και την λήψη κάποιων μέτρων, η Βιέννη μπορεί κάλλιστα να αναδειχθεί ως “Η πόλη των γεφυρών”, κάτι που, με τη δημιουργία για παράδειγμα μίας ανάλογης “παρισινής ατμόσφαιρας” του Σηκουάνα, θα έχει μεγάλο θετικό αντίκτυπο στον τουρισμό της, και όχι μόνον.
Και αυτό μπορεί να συμβεί με την ιδιαίτερη συγκυρία που προσφέρεται τώρα, καθώς έχει προγραμματιστεί για τα επόμενα χρόνια η συντήρηση, επιδιόρθωση, ενίσχυση, ανακαίνιση και προσαρμογή σε νέες τεχνολογίες 50 γεφυρών στην Βιέννη, με τη διάθεση ενός ποσού που έχει εγκριθεί και φθάνει τα 200 εκατομμύρια ευρώ.
Από το σύνολο των 1.716 γεφυρών, η πόλη της Βιέννης έχει τη διαχείριση σχεδόν των μισών, συγκεκριμένα 829, οι Αυστριακοί Ομοσπονδιακοί Σιδηρόδρομοι διαχειρίζονται 480 γέφυρες, οι Αστικές Συγκοινωνίες Βιέννης άλλες 277, ενώ αρμόδια για 143 γέφυρες είναι η εταιρεία διαχείρισης αυτοκινητοδρόμων.
Η σημαντικότερη, γενικά, γέφυρα του Δούναβη -του μεγαλύτερου ποταμού της Ευρώπης, ο οποίος διασχίζει δέκα χώρες της σε μήκος σχεδόν 2.900 χιλιομέτρων- είναι η Ράιχσμπριουκε στη Βιέννη, η οποία συνδέει το κέντρο και τις γύρω συνοικίες της παλιάς πόλης με τις νέες συνοικίες της στα βορειανατολικά της.
Η υπερσύγχρονη αυτή γέφυρα, μήκους 1.255 μέτρων, για την οποία χρησιμοποιήθηκαν 50.000 κυβικά μέτρα μπετόν και 5.500 τόνοι χάλυβα, είχε παραδοθεί στην κυκλοφορία τον Νοέμβριο του 1980, έπειτα από τέσσερα χρόνια κατασκευής της στη θέση της παλιάς Ράιχσμπριουκε που υπήρχε από τα μέσα του 19ου αιώνα και είχε καταρρεύσει στις 4.46 τοπική ώρα της 1ης Αυγούστου 1976, παρασύροντας μαζί της μικρό φορτηγό αυτοκίνητο και τον οδηγό του στον υγρό τάφο. Από “θαύμα” είχε σωθεί ο οδηγός του αστικού λεωφορείου, το οποίο έμεινε επάνω στα συντρίμμια της γέφυρας, με την χαρακτηριστική εκείνη φωτογραφία να κάνει τότε τον γύρο του κόσμου.
Η ημέρα κατάρρευσης της Ράιχσμπριουκε, «της γέφυρας που είχε αντέξει τόσους πολέμους», θεωρείται στην Αυστρία ως η “μαύρη Κυριακή”, μια και το ίδιο απόγευμα της 1ης Αυγούστου 1976, ο Αυστριακός πρωταθλητής “Φόρμουλα 1”, ο εκλιπών πέρυσι Νίκι Λάουντα, είχε τραυματιστεί βαριά στο γκραν-πρι της Γερμανίας και είχε κινδυνέψει η ζωή του.
Σήμερα, η νέα γέφυρα -της οποίας η μία άκρη καταλήγει μπροστά στις κτιριακές εγκαταστάσεις του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, στην έδρα του στην αυστριακή πρωτεύουσα- εξυπηρετεί καθημερινά πάνω από 50.000 αυτοκίνητα αλλά και δεκάδες χιλιάδες επιβάτες της πρώτης γραμμής του μετρό της Βιέννης, το οποίο κινείται σε έναν από τους δύο “ορόφους” που περιλαμβάνει η Ράιχσμπριουκε.