ΔΕΗ
ΔΕΗ
ΔΕΗΠηγή Εικόνας: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Σε συνολικά 22.000 ευρώ ανέρχεται το «πριμ» που περιμένει τους υπαλλήλους της ΔΕΗ οι οποίοι θα δεχτούν την εθελούσια αποχώρηση από τη μεγαλύτερη ελληνική δημόσια εταιρεία, στο πλαίσιο της απολιγνιτοποίησης που έχει εξαγγελθεί για το επόμενο διάστημα.

Ειδικότερα, η αποζημίωση για την απόλυση φτάνει τα 15.000 ευρώ. Σ’ αυτά προστίθενται το μπόνους των 7.000 ευρώ (αρχικά ήταν 5.000 και στις αρχές του τρέχοντος έτους αυξήθηκε κατά 2.000 ευρώ) ενώ η διαδικασία αφορά περίπου 3.800 υπαλλήλους της επιχείρησης σε βάθος τριετίας. Από εκεί και πέρα, ορισμένοι θα απορροφηθούν σε άλλες υπηρεσίες του ευρύτερου Δημοσίου, κάποιοι θα λάβουν εκ νέου εκπαίδευση προκειμένου να παραμείνουν στη ΔΕΗ ενώ άλλοι θα προχωρήσουν σε πρόωρη συνταξιοδότηση.

Σε κάθε περίπτωση, όπως έχει ξεκαθαρίσει από την επίσκεψή του στην Πτολεμαΐδα ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ, Γιώργος Στάσσης, δεν πρόκειται να υπάρξει καμία απόλυση ή μείωση μισθολογικών απολαβών. Το αξιοσημείωτο είναι ότι, εξαιτίας του υψηλού μέσου όρου ηλικίας των εργαζομένων, η πλειονότητα αυτών που τίθενται προς αποχώρηση αναμένεται να συνταξιοδοτηθεί. Αυτή η προοπτική αναμένεται να προκαλέσει ένα κενό στην τεχνογνωσία (know-how), το οποίο οι ιθύνοντες της επιχείρησης γνωρίζουν καλά από την πρώτη στιγμή.

«Πρώτος πυλώνας είναι η απολιγνιτοποίηση, η οποία συνδυάζεται με τις εθελούσιες εξόδους προσωπικού το οποίο από 16.000 θα περιοριστεί στις 11000, χρήματα τα οποία θα καταβάλει η ΔΕΗ και δε θα πληρώσουν οι φορολογούμενοι», τόνισε για το ίδιο θέμα ο υπουργός Ενέργειας και Περιβάλλοντος, Κωστής Χατζηδάκης, σε πρόσφατη συνέντευξή του στον Focus FM για να συμπληρώσει πως «η ΔΕΗ θα έχει όφελος από το πρόγραμμα εθελουσίας σε βάθος διετίας». Τις τελικές αποφάσεις, ωστόσο, αναφορικά με τον ακριβή αριθμό των αποχωρήσεων θα λάβει η διοίκηση της ΔΕΗ αφού πρώτα κι εκείνη πάρει στα χέρια της τη σχετικό επιχειρησιακό σχέδιο της McKinsey.

Υπενθυμίζεται ότι στην τελευταία εθελούσια, το 2018, οι 220 εργαζόμενοι εισέπραξαν αποζημίωση 20.000 ευρώ (15.000 + 5.000 επιπλέον), με το συνολικό κόστος να ξεπερνά τις 400.000 ευρώ.