Ernst & Young
Πηγή Εικόνας: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Την πεποίθησή του ότι η Ελλάδα έχει εισέλθει σε μια νέα φάση, αφήνοντας πίσω της μια δεκαετία κρίσης εκφράζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Παναγιώτης Παπάζογλου, διευθύνων σύμβουλος της EY (Ernst & Young), επισημαίνοντας ότι πλέον «μπορούμε όλοι μας να είμαστε περισσότερο αισιόδοξοι».

Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, «η χώρα βρίσκεται σε τροχιά επιστροφής σε βιώσιμους ρυθμούς ανάπτυξης. Έχουμε ολοκληρώσει μια σημαντική δημοσιονομική προσαρμογή και επιτυγχάνουμε σημαντικά -ίσως και υπερβολικά- πρωτογενή πλεονάσματα».

Προσθέτει επίσης, ότι «η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα έπειτα από πολύ κόπο, σε θέση να δανειστεί με χαμηλά επιτόκια-ρεκόρ, δημιουργώντας ένα θετικό κλίμα για την έκδοση εταιρικών ομολόγων από τις επιχειρήσεις, παρέχοντας εναλλακτικές δυνατότητες χρηματοδότησης και πρόσβασης σε ρευστότητα, την ώρα που η Πολιτεία και οι τράπεζες έχουν προβεί σε κινήσεις για την απομείωση των κόκκινων δανείων». «Όλα αυτά, σε συνδυασμό με διάφορες άλλες εξελίξεις, όπως η αξιοσημείωτη άνοδος του Χρηματιστηρίου τους τελευταίους έξι μήνες, έχουν δημιουργήσει ένα γενικότερο αίσθημα αισιοδοξίας στην αγορά, που σίγουρα δίνει προοπτικές για κάτι καλύτερο» σημειώνει.

Άλλωστε, όπως εξηγεί ο κ. Παπάζογλου, στις καθημερινές επαφές της ΕΥ με επιχειρηματίες, τόσο στο πλαίσιο του εταιρικού της έργου, όσο και στο πλαίσιο του θεσμού, Έλληνας “Επιχειρηματίας της Χρονιάς”, τον οποίο η EY Ελλάδος διοργανώνει στη χώρα από το 2006 και κάθε δύο χρόνια, επιβεβαιώνεται αυτή η αισιοδοξία των επιχειρηματιών που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα. «Αυτή η αισιοδοξία είναι συγκρατημένη, καθώς οι επιχειρηματίες, αλλά πιστεύω και όλοι μας, θεωρούμε ότι υπάρχουν πολλά ακόμη να γίνουν, ώστε να πούμε με βεβαιότητα ότι έχουμε αφήσει πίσω μας τις συμπεριφορές και αντιλήψεις του παρελθόντος που μας οδήγησαν στην κρίση. Αυτό εκτιμώ ότι είναι ένα στοίχημα, το οποίο οφείλουν να κερδίσουν με τις ενέργειές τους, τόσο η Πολιτεία, όσο και οι ίδιες οι επιχειρήσεις, οι οποίες καλούνται να πρωταγωνιστήσουν σε αυτή την προσπάθεια για δημιουργική ανασυγκρότηση της οικονομίας μας» αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Παπάζογλου.

Η “φυγή” των επιχειρήσεων αμαυρώνει την εικόνα του ελληνικού επιχειρείν

Στα χρόνια της δεκαετούς οικονομικής κρίσης η πλειονότητα των ελληνικών επιχειρήσεων παρέμεινε στη χώρα στηρίζοντας τις προσπάθειες επιστροφής στην ανάπτυξη. Ωστόσο, υπήρξαν και επιχειρήσεις που αποφάσισαν τη μεταφορά της έδρας τους στο εξωτερικό. Κληθείς να σχολιάσει αντίστοιχες αποφάσεις επιχειρήσεων ο κ. Παπάζογλου υπογραμμίζει: «Πρόσφατα, ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος, γνωστής ελληνικής εταιρείας -από τις μεγαλύτερες στον τομέα της, στην Ευρώπη- επισήμανε ότι η εταιρεία σκέφτεται σοβαρά τη μεταφορά τής έδρας της από την Ελλάδα, προς την Κεντρική Ευρώπη. Σημειώστε πως δεν ανέφερε ότι σκέφτεται να μεταφέρει την έδρα της σε κάποια από τις γειτονικές μας χώρες, στα Βαλκάνια, όπου όλοι γνωρίζουμε ότι υπάρχει μια πιο “χαλαρή” συμπεριφορά απέναντι στις επιχειρήσεις, τόσο σε ρυθμιστικό, όσο και σε φορολογικό επίπεδο. Και αυτή η σκέψη, προήλθε ως απόρροια των διαχρονικών παθογενειών του ελληνικού κράτους και της ελληνικής γραφειοκρατίας, που δημιουργούν πλήθος προβλημάτων στις υγιείς ελληνικές επιχειρήσεις. Προσθέστε σε αυτές τις παθογένειες και τη μειωμένη ή/και ακριβή παροχή ρευστότητας από τις τράπεζες προς τις επιχειρήσεις τα τελευταία χρόνια, η οποία αποτελεί θεμελιώδες πρόβλημα για την εύρυθμη λειτουργία τους, και έχετε την πλήρη εικόνα για τις εταιρείες που έφυγαν, κατευθυνόμενες σε κράτη της ΕΕ με εύρυθμη λειτουργία κράτους και θεσμών και ένα γενικότερα υγιές οικονομικό σύστημα».

Αυτή, σύμφωνα με τον επικεφαλής της EY, είναι η μια όψη του νομίσματος. Στην άλλη όψη, όπως αναφέρει, βρίσκουμε επιχειρήσεις που με λογική offshore εταιρειών, “μετακόμισαν” σε χώρες, με μοναδικό κίνητρο να τύχουν ευνοϊκότερης φορολογικής αντιμετώπισης, εις βάρος των αντίστοιχων εταιρειών που δραστηριοποιούνται και φορολογούνται στην Ελλάδα. «Εκτιμώ ότι οι συγκεκριμένες εταιρείες αμαυρώνουν συνολικά την εικόνα του ελληνικού επιχειρείν και σε ένα σημαντικό βαθμό, με αμφίβολες επιχειρηματικές και εργασιακές πρακτικές, συντέλεσαν στην ενίσχυση της δαιμονοποίησης του επιχειρείν στη χώρα μας, αποτελώντας παραδείγματα προς αποφυγή για όλον τον επιχειρηματικό κλάδο» τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Παπάζογλου.

Εκτιμά, επίσης, ότι για τις επιχειρήσεις που βρίσκονται στις δύο όψεις του νομίσματος, και πάλι είναι καταλυτικός ο ρόλος της Πολιτείας. Ειδικότερα τονίζει: «Όσον αφορά στις επιχειρήσεις που δίνουν προστιθέμενη αξία στην ελληνική οικονομία, η Πολιτεία είναι αναγκαίο να προχωρήσει στις μεταρρυθμίσεις και στις διαρθρωτικές αλλαγές που ανέφερα παραπάνω, οι οποίες, άλλωστε, είναι αναγκαίες και για την προσέλκυση των ξένων επενδύσεων. Για τις επιχειρήσεις, όμως, που αποτελούν “ζιζάνια” του ελληνικού επιχειρείν, που προκαλούν, δηλαδή, βλάβη στη συνολική εικόνα του, οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του κράτους πρέπει να είναι αμείλικτοι, να εφαρμόσουν πιστά την υφιστάμενη νομοθεσία και να κλείσουν κάθε παραθυράκι που επιτρέπει σε αυτές τις εταιρείες να επιχειρούν εις βάρος των υγιών επιχειρήσεων, καταστρέφοντας το επιχειρηματικό κλίμα στη χώρα μας».

Οι αλλαγές που περιμένουν οι επιχειρήσεις

Όπως εκτιμά ο επικεφαλής της EY, στη χώρα μας, στα χρόνια της κρίσης, δόθηκε δυσανάλογα μεγάλη έμφαση στη δημοσιονομική προσαρμογή και μικρότερη στις διαρθρωτικές αλλαγές που θα ενίσχυαν, μεταξύ άλλων, και την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων. Παραμένει, συνεπώς, ζητούμενο, η υλοποίηση σειράς μεταρρυθμίσεων που θα απελευθερώσουν την οικονομία και, παράλληλα, θα βοηθήσουν στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων.

«Χρειαζόμαστε ένα φορολογικό σύστημα με σταθερούς φορολογικούς συντελεστές, λιγότερη γραφειοκρατία και λιγότερες κρατικές παρεμβάσεις. Παράλληλα, πρέπει να αντιμετωπιστεί το κρίσιμο ζήτημα της χρηματοδότησης που αποτελεί σήμερα τροχοπέδη για τις επενδύσεις, καθώς και τον μετασχηματισμό και την ανάπτυξη των επιχειρήσεων. Αυτό, με τη σειρά του, προϋποθέτει μια οριστική αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Συγχρόνως, οι διοικήσεις των τραπεζών θα πρέπει, πλέον, να αντιμετωπίσουν τις επιχειρήσεις με καθαρά τραπεζικά κριτήρια, παρέχοντας όσο το δυνατόν πιο ανταγωνιστικά επιτόκια» τονίζει ο κ. Παπάζογλου.

Παράλληλα, όμως, με το θέμα της χρηματοδότησης, η Πολιτεία καλείται, σύμφωνα με τον ίδιο, να βελτιώσει και τις υποδομές που θα βοηθήσουν στην ανάπτυξη των επιχειρήσεων. Κατά κύριο λόγο, είναι απαραίτητος ο ψηφιακός μετασχηματισμός της δημόσιας διοίκησης και των δημοσίων υπηρεσιών, ούτως ώστε να μπορούν να εξυπηρετούν πολίτες και επιχειρήσεις ταχύτερα, αποτελεσματικότερα και με μεγαλύτερη διαφάνεια. Η περαιτέρω ανάπτυξη των ευρυζωνικών δικτύων, όπως, επίσης, και οι παρεμβάσεις για φθηνότερο ηλεκτρικό ρεύμα αλλά και για χαμηλότερου κόστους οδικές μεταφορές, είναι ακόμη μερικές απαραίτητες κινήσεις που θα πρέπει να γίνουν από πλευράς Πολιτείας, προς την κατεύθυνση της στήριξης των επιχειρήσεων. Επιπλέον, είναι αναγκαία η αξιοποίηση των περιφερειακών λιμανιών για την ανάπτυξη και των θαλάσσιων μεταφορών, ταυτόχρονα με την ενίσχυση του εμπορευματικού ρόλου των σιδηροδρόμων, που μπορούν να εξασφαλίσουν ταχύτατη και οικονομική πρόσβαση των ελληνικών επιχειρήσεων στις ευρωπαϊκές αγορές.

Ένα ακόμη σοβαρό ζήτημα για τις ελληνικές επιχειρήσεις, όπως επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Παπάζογλου, είναι η έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού καταρτισμένου στη χρήση των αναδυόμενων τεχνολογιών. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, η Ελλάδα διαθέτει ένα εξαιρετικό εργατικό δυναμικό και υψηλό ποσοστό πτυχιούχων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, όμως, ο συνεχής μετασχηματισμός της παγκόσμιας οικονομίας, με καταλύτη τις νέες τεχνολογίες, αλλάζει τα δεδομένα. Ενδεικτικό αυτής της ραγδαίας μεταβολής είναι το γεγονός ότι δύο στα τρία παιδιά που ξεκινούν το σχολείο σήμερα θα απασχοληθούν σε θέσεις εργασίας που ακόμη δεν υπάρχουν! Οι υπολογιστές, η ρομποτική και η Τεχνητή Νοημοσύνη υποκαθιστούν διεργασίες για τις οποίες η ανθρώπινη παρέμβαση θεωρούνταν αυτονόητη, δημιουργώντας ανάγκες για νέες δεξιότητες.

Αναγκαίο είναι, σύμφωνα με τον επικεφαλής της ΕΥ, «τα πανεπιστήμιά μας να αποκτήσουν πραγματική αυτοτέλεια και την ελευθερία να συνεργαστούν πιο στενά με την επιχειρηματική κοινότητα, ώστε να προσαρμόσουν τα προγράμματα σπουδών στις σημερινές και αυριανές ανάγκες της αγοράς. Είναι επιτακτική ανάγκη, παράλληλα, να προχωρήσουμε ως χώρα στην επανακατάρτιση (re-skilling) του υφιστάμενου εργατικού δυναμικού, για να του δώσουμε τα εφόδια να προσαρμοστεί στις μεταβαλλόμενες απαιτήσεις της αγοράς».

Επίσης, κορυφαία προτεραιότητα του ελληνικού κράτους πρέπει να είναι ο επαναπατρισμός των παιδιών που αναζήτησαν καλύτερη τύχη στο εξωτερικό, με την παροχή γενναίων κινήτρων. «Το brain regain μπορεί και πρέπει να αποτελέσει καταλύτη για την εισαγωγή τεχνογνωσίας και την ενίσχυση των δεξιοτήτων του συνόλου των εργαζομένων» σημειώνει.

Ωστόσο, παράλληλα με τις αναγκαίες κρατικές πρωτοβουλίες, οι ελληνικές επιχειρήσεις θα χρειαστεί να προχωρήσουν σε δραστικές αλλαγές. «Εφόσον θέλουν να πρωταγωνιστήσουν στην προσπάθεια για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, θα πρέπει να επαναπροσδιορίσουν το ρόλο τους και να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις του νέου παγκόσμιου περιβάλλοντος. Είναι αναγκαίο να επενδύσουν στον ψηφιακό τους μετασχηματισμό για να αξιοποιήσουν τις τεράστιες ευκαιρίες που δημιουργούν οι νέες τεχνολογίες, σε όλους ανεξαιρέτως τους τομείς της οικονομίας» αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Παπάζογλου.

Αναγκαία είναι, επίσης, η ενίσχυση της εξωστρέφειας των επιχειρήσεων, καθώς είναι ξεκάθαρο ότι η ελληνική οικονομία είναι πολύ μικρή για να στηρίξει την ανάπτυξή της στην εγχώρια κατανάλωση. Σύμφωνα με τον κ. Παπάζογλου «πρέπει, πλέον, να εστιάσουμε στα διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά και υπηρεσίες, έχοντας ως βασικό στόχο τη διείσδυση στις παγκόσμιες αγορές. Για να κερδίσουμε, όμως, το στοίχημα της εξωστρέφειας, χρειάζεται να μεγεθυνθούν οι επιχειρήσεις μέσω συγχωνεύσεων, εξαγορών και συνεργασιών, προκειμένου να επιτευχθούν οικονομίες κλίμακας και να αποκτήσουν την κρίσιμη μάζα που θα τους επιτρέψει να είναι ανταγωνιστικές στις παγκόσμιες αγορές».

Παράλληλα, οι επιχειρήσεις χρειάζεται να επενδύσουν και σε ανθρώπινο κεφάλαιο, να αναπροσανατολίσουν το υπάρχον προσωπικό και να αναζητήσουν το ταλέντο που θα τους βοηθήσει να αντιμετωπίσουν τις τρέχουσες προκλήσεις. Με τον τρόπο αυτό θα συνεισφέρουν και οι ίδιες στην αντιστροφή του brain drain που έπληξε την Ελλάδα κατά τα προηγούμενα κρίσιμα χρόνια.

Εξίσου σημαντικό, σύμφωνα με τον κ Παπάζογλου, είναι να συνειδητοποιήσουν οι επιχειρήσεις ότι πρέπει να επενδύσουν δυναμικά στην κυκλική οικονομία και τη βιωσιμότητα, όπου ανοίγονται παγκοσμίως σημαντικές επιχειρηματικές ευκαιρίες. Μέχρι σήμερα, οι επιδόσεις της χώρας μας στον τομέα αυτό είναι απογοητευτικές, πράγμα που έχει κόστος, τόσο για το περιβάλλον μας, όσο και για την οικονομία.

«Χρειάζεται οι επιχειρήσεις να κινηθούν ταχύτερα, υιοθετώντας βέλτιστες πρακτικές εταιρικής διακυβέρνησης και να ενισχύσουν τη διαφάνεια για να κερδίσουν την εμπιστοσύνη της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας. Οι επιχειρήσεις, στην πλειονότητά τους, αντιλαμβάνονται ότι βρίσκονται στο μικροσκόπιο και οφείλουν να αποδεικνύουν καθημερινά ότι εφαρμόζουν σύγχρονους και αυστηρούς κανόνες εταιρικής διακυβέρνησης» επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Παπάζογλου.

Επενδύσεις, η μαγική λέξη για την ανάπτυξη

«Η εγχώρια αποταμίευση δεν επαρκεί για να χρηματοδοτήσει τις επενδύσεις που χρειάζεται η οικονομία μας σήμερα. Για αυτό και για πρώτη φορά εδώ και χρόνια, αισθάνομαι ότι υπάρχει ευρύτερη συναίνεση σχετικά με τις αναγκαίες πολιτικές προκειμένου να καταστεί η Ελλάδα ελκυστικός επενδυτικός προορισμός» τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Παπάζογλου.

Μερικές από τις προτεραιότητες που αναφέρθηκαν ήδη, δηλαδή εξορθολογισμός του φορολογικού πλαισίου, αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας και ψηφιακός μετασχηματισμός της διοίκησης, είναι αυτές ακριβώς που περιμένει να δει και η παγκόσμια επενδυτική κοινότητα για να τοποθετήσει ξανά τη χώρα στον επενδυτικό χάρτη. «Να προσθέσω σε αυτά και το μεγάλο πρόβλημα των αργών ρυθμών απονομής της δικαιοσύνης, που αποτελεί σημαντικό αποτρεπτικό παράγοντα για την προσέλκυση σοβαρών επενδύσεων. Είναι ένα ζήτημα το οποίο θα πρέπει, επιτέλους, να αντιμετωπιστεί από την Πολιτεία» προσθέτει ο επικεφαλής της EY.

Οι διαπιστώσεις αυτές, σύμφωνα με τον κ. Παπάζογλου, επιβεβαιώθηκαν και από την πρόσφατη μεγάλη έρευνα της ΕΥ “Attractiveness Survey 2019: Greece”. Η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα στο επίκεντρο του επενδυτικού ενδιαφέροντος, αλλά για να μετατραπεί το θεωρητικό αυτό ενδιαφέρον σε πραγματικά επενδυτικά σχέδια, πρέπει να κάνουμε ακόμη σημαντικά βήματα.

Αναγκαία, επίσης, είναι η ενσωμάτωση των νέων τεχνολογιών και της καινοτομίας με πολύ ταχύτερο ρυθμό, τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα. «Σήμερα, το 20% περίπου των νέων επενδύσεων στην Ευρώπη πραγματοποιείται στον χώρο της τεχνολογίας και η Ελλάδα κινδυνεύει να μείνει πολύ πίσω σε αυτόν τον τομέα. Και αυτό το γνωρίζουν και οι ξένοι επενδυτές. Χαρακτηριστικά να σημειώσω ότι, σύμφωνα με την έρευνά μας, ο τομέας της τεχνολογίας δεν εμφανίζεται στους τομείς που οι ξένοι επενδυτές εξετάζουν σε σχέση με την Ελλάδα. Μόνο το 18% των ερωτηθέντων επενδυτών πιστεύει ότι η τεχνολογία θα αποτελέσει έναν από τους κινητήριους μοχλούς ανάπτυξης για την Ελλάδα τα επόμενα χρόνια, την ίδια ώρα που ο αριθμός αυτός είναι πολύ υψηλότερος για άλλες ευρωπαϊκές χώρες» τονίζει ο κ. Παπάζογλου.

Παράλληλα επισημαίνει ότι «έχουμε τη δυνατότητα να προσελκύσουμε εταιρείες που θα επενδύσουν στην ανάπτυξη λογισμικού, κέντρα R&D, τα data analytics και τη ρομποτική, service centers, υπηρεσίες cloud, κλπ. Είναι, όμως, αναγκαίο να προχωρήσουμε σε παρεμβάσεις σε πολλά επίπεδα: ανάπτυξη των ψηφιακών υποδομών, ενίσχυση της έρευνας και ανάπτυξης, στροφή της ανώτερης εκπαίδευσης στις νέες τεχνολογίες, μέτρα στήριξης των νεοφυών επιχειρήσεων, αξιοποίηση της Τεχνητής Νοημοσύνης από τον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα».

Σημειώνεται ότι η EY παγκοσμίως επέλεξε την Ελλάδα για τη δημιουργία ενός μοναδικού Κέντρου Αριστείας στην Τεχνητή Νοημοσύνη, σε συνεργασία με το Εργαστήριο Τεχνολογίας Γνώσεων & Λογισμικού (SKEL) του Ινστιτούτου Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών του ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος. Το Κέντρο αυτό θα υλοποιεί πρωτογενή έρευνα στο πεδίο της ευφυούς ανάλυσης εγγράφων (document intelligence) και θα προσελκύσει ταλαντούχους ερευνητές από όλον τον κόσμο, που θα δουλέψουν πλάι στην ομάδα του Δημόκριτου. Σύμφωνα με τον κ. Παπάζογλου, πρόκειται για σημαντική επένδυση, που θα αποτελέσει σημείο αναφοράς για την ευφυή ανάλυση εγγράφων σε παγκόσμιο επίπεδο.