Η κυβέρνηση θα μεριμνήσει στις περιοχές που επηρεάζονται περισσότερο από την απολιγνιτοποίηση για τη διασφάλιση των θέσεων εργασίας και για ένα βιώσιμο αναπτυξιακό μοντέλο που θα περιλαμβάνει τον πρωτογενή τομέα, τη βιομηχανική δραστηριότητα και τον κλάδο υπηρεσιών.
Αυτό επεσήμανε ο υφυπουργός Ενέργειας Γεράσιμος Θωμάς κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στη Μεγαλόπολη, όπου συναντήθηκε με εκπροσώπους των εργαζομένων και την διοίκηση της ΔΕΗ, παρέστη σε ειδική συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου του δήμου Μεγαλόπολης και έδωσε συνέντευξη Τύπου με τον περιφερειάρχη Πελοποννήσου κ. Παναγιώτη Νίκα και τον υφυπουργό Εξωτερικών αρμόδιο για τον Απόδημο Ελληνισμό (και βουλευτή νομού Αρκαδίας) κ. Κωνσταντίνο Βλάσση.
Επισκέφθηκε επίσης τη λιγνιτική μονάδα τη ΔΕΗ Μεγαλόπολη 4, τη μονάδα φυσικού αερίου Μεγαλόπολη 5, τις εγκαταστάσεις τηλεθέρμανσης της περιοχής, καθώς και την πρότυπη μονάδα ανακύκλωσης ΠΟΚΑΣ ΑΡΚΑΔΙΚΗ ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ στη ΒΙΠΕ Τρίπολης που δραστηριοποιείται στην αναγέννηση πλαστικών πρώτων υλών.
Σύμφωνα με το ΑΠΕ – ΜΠΕ, ο κ. Θωμάς υπογράμμισε ότι η απολιγνιτοποίηση υπαγορεύεται αφενός από περιβαλλοντικούς λόγους και αφετέρου από οικονομικούς, καθώς η ΔΕΗ αντιμετωπίζει εντεινόμενη πίεση από το κόστος των λιγνιτικών μονάδων, συνέπεια της αυξανόμενης τιμής των εκπομπών ρύπων διοξειδίου του άνθρακα.
Όπως εξήγησε, η τιμή της «λιγνιτικής μεγαβατώρας» διαμορφώνεται στα 80-90 ευρώ, τη στιγμή που η Οριακή Τιμή Συστήματος -με βάση τα τελευταία στοιχεία- κυμαίνεται γύρω στα 60 ευρώ/MWh, ενώ στις τελευταίες δημοπρασίες της ΡΑΕ (Δεκέμβριος 2019) οι τιμές τόσο για τα αιολικά όσο και τα φωτοβολταϊκά διαμορφώθηκαν στα επίπεδα των 55 ευρώ/MWh.
Ο υφυπουργός σημείωσε ότι το ότι υπάρχουν υποδομές φυσικού αερίου στην περιοχή αποτελεί θετικό παράγοντα και τόνισε ότι αντιλαμβάνεται την ανησυχία της τοπικής κοινωνίας για την «επόμενη ημέρα» στη Μεγαλόπολη μετά το κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων.
«Γνωρίζουμε ότι μεγάλο μέρος των δραστηριοτήτων της περιοχής περιστρέφονται γύρω από τη ΔΕΗ και γι’ αυτό είναι σημαντικό να βρούμε νέες επενδύσεις, νέες θέσεις εργασίας που θα διασφαλίσουν όλη την κοινωνία και θα φέρουν τη Μεγαλόπολη μπροστά».
Το πώς θα γίνει αυτό είναι το βασικό ζητούμενο του Εθνικού Σχεδίου Δίκαιης Μετάβασης (των λιγνιτικών περιοχών) που εκπονείται ήδη, θα είναι έτοιμο έως το καλοκαίρι και θα τεθεί στη συνέχεια σε διαβούλευση με τις τοπικές κοινωνίες, ώστε να ξεκινήσει να υλοποιείται στις αρχές του 2021 που θα ενεργοποιηθεί και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης.
Όπως είπε ο κ. Θωμάς, οι πόροι από αυτό το νέο χρηματοδοτικό εργαλείο της ΕΕ αποτελούν τη «μαγιά» για να πραγματοποιηθούν επενδύσεις έως 4,4 δισ. ευρώ στη Μεγαλόπολη και τη Δυτική Μακεδονία.
Εντός του 2020, η διαδικασία του μετασχηματισμού των λιγνιτικών περιοχών μπορεί να χρηματοδοτηθεί από το λιγνιτικό τέλος της ΔΕΗ που θα εκταμιευθεί σύντομα (με το ποσό που αντιστοιχεί στη Μεγαλόπολη να υπολογίζεται σε 25 εκατ. ευρώ) αλλά και από πόρους από το Πράσινο Ταμείο, που εκτιμώνται σε 60 εκατ. ευρώ συνολικά για Μεγαλόπολη και Δυτική Μακεδονία.
Σύμφωνα με τον κ. Θωμά, αποτελεί προτεραιότητα η Μεγαλόπολη να παραμείνει ως δεύτερο μεγαλύτερο ενεργειακό κέντρο της Ελλάδας και στη νέα εποχή. Κομβικό ρόλο σε αυτό θα διαδραματίσει το ότι θα καταστεί εφικτό να λειτουργήσει στην πλήρη ισχύ της (811 MW), η μονάδα φυσικού αερίου Μεγαλόπολη V. Έτσι η περιοχή θα παραμείνει σημαντικό κέντρο παραγωγής ενέργειας της χώρας, ανεφοδιάζοντας με ηλεκτρική ενέργεια μέχρι και την Κρήτη μέσω της «μικρής διασύνδεσης», αλλά και επιτρέποντας την ανάπτυξη ΑΠΕ στην Δυτική Ελλάδα.
Σημείωσε τέλος ότι η περαιτέρω διείσδυση των ΑΠΕ είναι σημαντική για την περαιτέρω ανεξαρτησία της χώρας και γι’ αυτό το ΥΠΕΝ στηρίζει το σχέδιο της ΔΕΗ για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών στα «απενεργοποιημένα» λιγνιτικά πεδία, που είναι αποδοτικό οικονομικά και για την ίδια την επιχείρηση.