Υψηλός συμβολισμός, ενίσχυση του προσωπικού του ηγετικού προφίλ, επίτευξη περισσότερων του ενός στόχων, μεγάλο πολιτικό πλεονέκτημα αλλά και ορισμένα ερωτηματικά επί της ουσίας για το μέλλον, είναι ο πρώτος απολογισμός από την ανακοίνωση της πρότασης του Πρωθυπουργού για τη νέα Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Και αυτό γιατί η εκλογή της θεωρείται σίγουρη, καθώς μπορεί να την εκλέξει πλέον μόνη της η κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ακόμη και αν δεν υπερψηφίσει κανένα άλλο κόμμα, μετά την τελευταία συτνταγματική αναθεώρηση που αποσύνδεσε το θέμα της αδυναμίας αυξημένης πλειοψηφίας για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας από τη διενέργεια πρόωρων εθνικών εκλογών.
Ωστόσο ο στόχος του Κυριάκου Μητσοτάκη πολύ απέχει από κάτι τέτοιο. Ο ίδιος έθεσε ήδη ψηλά τον πήχη: όπως ο Πρόεδρος της Βουλής υπερψηφίσθηκε από ιστορική πλειοψηφία, όπως στον νόμο για τον απόδημο Ελληνισμό επίσης συνέβη το ίδιο, ο Πρωθυπουργός ζήτησε από τους βουλευτές και τα κόμματα να υπερψηφίσουν με ιστορικά μεγάλη πλειοψηφία και την πρότασή του για τον ανώτατο πολιτειακό θώκο.
Και έχει σαφή επιχειρήματα για να ζητεί κάτι τέτοιο: θα είναι η πρώτη γυναίκα Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας. Είναι μια ανώτατη δικαστής με γνωστές και ισχυρές απόψεις για την προστασία του περιβάλλοντος. Επιλέχθηκε στην κορυφή της ηγεσίας της δικαιοσύνης από άλλη κυβέρνηση, με πρόταση του προηγούμενου Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα. Κανείς δεν μπορεί να της καταμαρτυρήσει κομματική προτίμηση αλλά σίγουρα δεν προέρχεται από τον συντηρητικό χώρο (με βάση τις απόψεις που έχει εκφράσει).
Παράλληλα όμως έθεσε και τα κόμματα προ των ευθυνών τους, τοποθετώντας τους έντονο δίλημμα: θα υπηρεήσουν τους συμβολιμσούς και μια έννοια εθνικής ενότητας σε κρίσιμες στιγμές, για ένα υπερκομματικό αξίωμα; Ή θα ακολουθήσουν μικροκομματικές σκοπιμότητες;
Ενίσχυση του ηγετικού προφίλ
Δεν ξέφυγε της προσοχής των περισσοτέρων το έντονο προσωπικό χρώμα στο διάγγελμα του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη. Ο ίδιος επέλεξε το πρόσωπο, ο ίδιος το ανακοίνωσε, μιλώντας αυστηρά σε πρώτο πρόσωπο. Παρά το ότι το προνόμιο της πρότασης του Προέδρου της Δημοκρατίας συνταγματικά επαφίεται στην κοινοβουλευτική ομάδα του πρώτου κόμματος (και τον επικεφαλής της, αλλά όχι στον Πρωθυπουργό ως αξίωμα), απουσίαζε από το διάγγελμα οποιαδήποτε αναφορά στη Νέα Δημοκρατία και στην κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Αυτό προφανώς είναι συνεπές με τον στόχο να υπερψηφισθεί η πρόταση από ευρύτερες κοινοβουλευτικές δυνάμεις. Αλλά ταυτόχρονα υπηρετεί τον στόχο ενίσχυσης του προφίλ του Πρωθυπουργού που κάνει υπέρβαση όσον αφορά την ιστορία του κόμματός του και το ακροατήριό του, υπηρετώντας με τις επιλογές του μια εθνική συναίνεση σε μείζονα θέματα. Και φυσικά ενίσχυσε το προφίλ του οικειοποιούμενος τους συμβολισμούς της επιλογής του.
Πολιτικό πλεονέκτημα
Τόσο η επιλογή του ίδιου του προσώπου (για το οποίο δύσκολα θα βρεθεί πολιτικός φορέας να καταμαρτυρήσει κάτι ουσιαστικά αρνητικό) όσο και το σκεπτικό που ανέπτυξε ο Πρωθυπουργός – δηλαδή τα επιχειρήματα που επικαλέστηκε και το κάλεσμα για συναίνεση – δίνουν στον Κυριάκο Μητσοτάκη ένα ισχυρό πολιτικό πλεονέκτημα για τους επόμενους μήνες. Πώς θα αρνηθεί ένα προοδευτικό κόμμα την επιλογή μιας γυναίκας, με ιστορικό ισχυρών απόψεων υπέρ του Περιβάλλοντος, επειδή απλά και μόνο την επέλεξε ένας Πρωθυπουργός άλλου κόμματος; Είναι δύσκολο να βρεθούν επιχειρήματα ουσίας. Το πιο πιθανό είναι να φανούν ως πείσμα και μικροπολιτικός χειρισμός. Άλλωστε η Αικατερίνη Σακελλαροπούλου δεν είναι γνωστή στον ευρεία κοινή γνώμη ως άτομο, οπότε δεν έχει ούτε φανατικές συμπάθειες ούτε αντιπάθειες. Το προφίλ της στην πλειοψηφία του κόσμου τώρα φιλοτεχνείται.
Η μόνη που έχει καταφερθεί έντονα εναντίον της – και μάλιστα σε πεδίο που η κα Σακελλαροπούλου έχει δώσει θετικά δείγματα – είναι η πρώην Πρόεδρος της Βουλής Ζωή Κωνσταντοπούλου, υπό τη δικηγορική της ιδιότητα (με την οποία μπορεί να λέει όσα θέλει υπέρ του πελάτη της…), η οποία έχει κατηγορήσει την Πρόεδρο του ΣτΕ για συμπαιγνία με την κυβέρνηση (υπό την πίεση ξένων κυβερνήσεων) για παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του κρατούμενου Αλεξάντερ Βίνικ (ηλεκτρονικής διάνοιας στα κρυπτονομίσματα) που ζητούν την έκδοσή του ΗΠΑ και Γαλλία αλλά ο ίδιος προτιμά στη γενέτειρά του Ρωσία και η Ελλάδα δεν έχει ακόμη απαντήσει σε τίποτε.
Και κάτι ακόμη πολύ ενδιαφέρον για τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ακόμη και το λεξιλόγιο του Πρωθυπουργού κατά την ανακοίνωσηγ απείχει από τα συνηθισμένα του συντηρητικού χώρου – πέρα από το προσωπικό ύφος. Η φράση:« Η Δημοκρατία, η Ελλάδα και η Πρόοδος, είναι γένους θηλυκού» μοιάζει βγαλμένη από το λεξιλόγιο της προοδευτικής παράταξης και θυμίζει εξαιρετικά ΠΑΣΟΚ, όπως μας τόνισαν έμπειροι παρατηρητές.
Επίτευξη περισσότερων του ενός στόχων
Ο Πρωθυπουργός με την κίνησή του επιτυγχάνει περισσότερους του ενός στόχους.
Πρώτον, «υιοθετεί» μια ανώτατη δικαστικό που »πολιτογραφήθηκε» στο αντίπαλο κόμμα όχι λόγω της στάσης της αλλά λόγω της επιλογής της από τον πρώην Πρωθυπουργό. Και αυτό έχει τη σημασία του σε μια περίοδο που έχουν «βγει τα μαχαίρια» εντός δικαιοσύνης λόγω της υπόθεσης Novartis – Παπαγγελόπουλου και λοιπών έντονα φορτισμένων υποθέσεων. Το μήνυμα είναι σαφές: δεν υπάρχουν στεγανά…
Δεύτερον, «απαλλάσσεται» από μια πολύ ισχυρή προσωπικότητα στην κορυφή του ανωτάτου ακυρωτικού δικαστηρίου ενόψει κρίσιμων αποφάσεων. Με την οποία φημολογείται ότι έχει αποκτήσει πολύ καλή προσωπική σχέση τα τελευταία χρόνια αλλά δεν παύει σε μια πληθώρα θεμάτων να έχει τελειώς διαφορετική (δικαστική) άποψη από αυτή που φαίνεται να προωθεί η κυβέρνηση. Η εκτροπή του Αχελώου είναι το πρώτο και βασικό θέμα που μας έρχεται στο μυαλό: η κα Σακελλαροπούλου έχει πολλάκις τεκμηριώσει, τόσο καθέδρας όσο και δημοσίως, το γιατί κάτι τέτοιο δεν πρέπει να συμβεί, σε αντίθεση με την κυβέρνηση που εκ νέου την προωθεί – σε μια εμβληματική για την νομολογία του δικαίου του περιβάλλοντος υπόθεση. Αλλά και σε εκκρεμείς υποθέσεις, όπως αυτή των δασικών χαρτών και των οικιστικών πυκνώσεων, η κα Σακελλαροπούλου κινούνταν σε άλλο μήκος κύματος από τις κυβενρητικές απόψεις. Και σε όλα αυτά τα θέματα επίκεινται νομοθετικές και διοικητικές πρωτοβουλίες…
Τρίτον, καταφέρνει να ορίσει εκ νέου ηγεσία στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Ο νυν Α Αντιπρόεδρος (και αρχαιότερος) του ΣτΕ Αθανάσιος Ράντος θα προεδρεύει μέχρι την εκλογή της Αικατερίνης Σακελλαροπούλου, η οποία ήδη δήλωσε ότι μέχρι την απόφαση της Βουλής αναστέλλει την άσκηση των δικαστικών καθηκόντων της, με σεβασμό προς τη διάκριση των εξουσιών και την ανεξαρτησία του δικαστηρίου. Ο κ. Ράντος πιθανότατα θα είναι και ο νέος Πρόεδρος του ΣτΕ, καθώς είναι η ισχυρότερη προσωπικότητα εκ των αντιπροέδρων, ο αρχαιότερος και για τον οποίον έχουν άριστη εικόνα όχι μόνο στον κυβερνών κόμμα αλλά και ευρύτερα. Μόνο του μειονέκτημα ότι αφυπηρετεί στα τέλη Ιουνίου. Αλλά με την επιλογή του (που θα αποτελεί δικαίωση για τον κ. Ράντο, καθώς «παραλήφθηκε» στο παρελθόν…) ο Πρωθυπουργός θα έχει τη δυαντότητα να ορίσει δύο φορές σε έναν χρόνοι νέα ηγεσία. Βέβαια η κυβέρνηση έχει τη δυνατότητα και να μην επιλέξει νέο Πρόεδρο μέχρι το καλοκαίρι – αλλά για κάτι τέτοιο είχε κατηγορήσει και τον ΣΥΡΙΖΑ στο παρελθόν, οπότε μάλλον θα θελήσουν να το αποφύγουν…
Τέταρτον, πραγματοποιεί ένα άνοιγμα στην κοινωνία σε κοινά που δεν ψήφισαν ΝΔ, που δεν συγκαταλέγονται στον συντηρητικό χώρο, που έχουν περιβαλλοντικές ευασισθησίες, που πιστεύουν και αγωνίζονται για την ισότητα των φύλων αλλά και για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Και γίνεται εξαιρετικά συμπαθής στο «μισό του ουρανού»…
Ορισμένα ερωτηματικά
Η επιλογή δικαστικού αντί πολιτικού στο κορυφαίο πολιτειακό αξίωμα εγείρει και ορισμένα ερωτηματικά για το μέλλον…
Πρώτον, η διεθνής εμπειρία που κατά κόρον είχε ακουστεί ως κριτήριο, δεν αφορά την πολιτική και διπλωματική σκακιέρα, όσον αφορά την κα Σακελλαροπούλου. Μένει να φανεί αν αυτό θα αποτελέσει πλεονέκτημα ή μειονέκτημα…
Δεύτερον, η νομική κατάρτιση και η υπηρεσία μέχρι τώρα της (υπό εκλογή) νέας Προέδρου ίσως δημιουργήσει προβλήματα σε μια σειρά θεμάτων που θα έρθουν προς υπογραφή στο Προεδρικό Μέγαρο μελλοντικά. Οι Πρόεδροι της Δημοκρατίας μέχρι σήμερα μπορεί να ήταν όλοι νομικοί (και μάλιστα από τη Νομική Αθήνας, όπως και η νέα υποψήφια), είχαν όμως ανεπτυγμένο πολιτικό κριτήριο και μακρά θητεία στην Πολιτική. Μόνη εξαίρεση (και στα δύο θέματα: απόφοιτος της Νομικής ΑΠΘ και χωρίς εμπειρία στην πολιτική) ήταν ο Χρήστος Σαρτζετάκης τη δεκαετία του 1980, ο οποίος έμεινε στη μνήμη περισσότερο για την ιδιάζουσα προσέγγισή του στον θεσμό – και για το σκεπτικό της επιλογής του από τον Ανδρέα Παπανδρέου, άντε και για την φράση «είμαστε Έθνος ανάδελφον»…
Τι άραγε θα πράξει η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, για παράδειγμα, αν έρθει ένα ΠΔ προς υπογραφή με το οποίο διαφωνεί επιστημονικά και νομικά; Δεν έχει αρμοδιότητα επεξεργασίας, δεν μπορεί να επιβάλλει περιεχόμενο, το οποίο είναι αρμοδιότητα της κυβέρνησης. Ούτε η κυβέρνηση όμως μπορεί να υποχρεώσει την Πρόεδρο να υπογράψει κάτι με το οποίο διαφωνεί.
Δεν μπαίνουμε καν στα θέματα νόμων και αναπομπών, που έγιναν θέμα σε άλλες πολιτικές περιόδους αλλά για τους οποίους ποτέ οι προηγούμενοι Πρόεδροι δεν άσκησαν την αρμοδιότητα (τυπική, όχι ουσιαστική) που έχουν.
Και όπως είπαμε υπάρχει σειρά θεμάτων με μεγάλη σημασία για την πραγματική οικονομία, κυρίως περιβαλλοντικού χαρακτήρα, που εκκρεμούν, όπως μεταξύ άλλων: Αχελώος, δασικοί χάρτες, αλλά και μια σωρεία ΠΔ, τα Τοπικά Χωρικά Σχέδια, που έχουν τεράστια σημασία για την αναπτυξιακή πορεία της χώρας και για τα οποία δεν έχει ακόμη γνωμοδοτήσει, ούτε αποφάσισει το ΣτΕ. Αλλά η κα Σακελλαροπούλου έχει βαθιά γνώση και άποψη (που δεν ήταν πάντα πλειοψηφική στο ΣτΕ…). Θα κρατήσει το δικαστικό της προφίλ και τα επιστημονικά της χαρακτηριστικά ή θα υπηρετήσει με προσήλωση τον νέο θεσμικό ρόλο που επιτάσσει συμβολική – και όχι ουσιαστική – παρουσία;
Σε κάθε περίπτωση, η επιλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη ανακάτεψε την τράπουλα, έφερε τον ίδιο σε πλεονεκτική θέση και οι επόμενες ημέρες θα δείξουν αν και πόσο η επιλογή της κας Σακελλαροπούλου θα βοηθήσει να επιδειχθεί εκ νέου συναίνεση μετακύ των κομμάτων και θα συμβάλει σε αυτό που ανέφερε και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός: σε μια συμβολική νέα αρχή…