Η διακρατική συμφωνία Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ για τον αγωγό φυσικού αερίου East Med αποτελεί εχέγγυο για την ενεργειακή αναβάθμιση της περιοχής και κορωνίδα των προσπαθειών αναχαίτισης της τουρκικής προκλητικότητας στην Ανατολική Μεσόγειο. Η υπογραφή της συμφωνίας παράγει τρία έμμεσα αποτελέσματα:
Πρώτον, αποδεικνύει ότι η Ελλάδα, μέσω των τριμερών και πολυμερών συνεργασιών, μπορεί να αποτελέσει μία αξιόπιστη εναλλακτική επιλογή στον ενεργειακό εφοδιασμό της Ευρώπης θέτοντας εαυτόν στο επίκεντρο της περιφερειακής ανάπτυξης και αξιοποίησης των κοιτασμάτων της Ανατολικής Μεσογείου.
Δεύτερον, αναδεικνύει την πρωτοβουλία της Αθήνας να μην παραμείνει απαθής στην προκλητικότητα της Άγκυρας και να ακολουθήσει ενεργητική διπλωματία παράγοντας πολιτικά αποτελέσματα διαμέσου των συμφωνιών της.
Και τρίτον, επιβεβαιώνει ότι, ανεξάρτητα από τις αλλαγές στην πολιτική ηγεσία, υπάρχει η πρόθεση διεύρυνσης της διακρατικής συνεργασίας μεταξύ των τριών εταίρων και σε άλλους στρατηγικούς τομείς.
Αποτέλεσμα πρώτο: Αναβάθμιση του ρόλου της Ελλάδας
Η κρισιμότητα της απόφασης για υλοποίηση του αγωγού προσδίδει μεγαλύτερη δυναμική στις πολιτικές πρωτοβουλίες της Αθήνας, ακριβώς επειδή ανάγει την Ελλάδα σε στρατηγικό κόμβο ενεργειακής ανάπτυξης και μέρος ενός συστήματος υποστήριξης του ενεργειακού εφοδιασμού της γηραιάς ηπείρου. Για τις Βρυξέλλες, η υλοποίηση του αγωγού παρουσιάζει ιδιαίτερη σημασία στην προσπάθειά τους για διαφοροποίηση των πηγών και των οδεύσεων του φυσικού αερίου αλλά και στην παροχή αξιόπιστων εναλλακτικών λύσεων απέναντι στο ρωσικό φυσικό αέριο (Gazprom).
Αυτός είναι και ο λόγος που ο East Med αναγνωρίζεται, ήδη από το 2013, μεταξύ των Έργων Κοινού Ενδιαφέροντος (PCI) και, κατά την περίοδο 2015 – 2018, η Ευρωπαϊκή Ένωση προχώρησε σε επιχορήγηση 2 εκατ. ευρώ στην ΥΑΦΑ ΠΟΣΕΙΔΩΝ ώστε να ολοκληρωθούν οι τεχνικές, οικονομικές και περιβαλλοντικές μελέτες (pre-FEED). Μάλιστα, τον Ιούνιο του 2018, ο East Med έλαβε χρηματοδότηση 34,5 εκατ. ευρώ από το ευρωπαϊκό πρόγραμμα CEF (Connect Europe Facility) για την ολοκλήρωση των μελετών και τη Λεπτομερή Υποθαλάσσια Έρευνα (DMS) που θα επιτρέψουν την ωρίμανση του έργου και τη λήψη της Τελικής Επενδυτικής Απόφασης (FID).
Στα σημεία – κλειδί για την υλοποίησή του εντάσσεται και η στήριξη της Ουάσιγκτον που, αφενός υποστηρίζει τις πρωτοβουλίες για την αναβάθμιση της περιοχής και την αξιοποίηση των ενεργειακών κοιτασμάτων της Ανατολικής Μεσογείου, και αφετέρου, επιζητά ένα ανάχωμα στην ενεργειακή εξάρτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τη Μόσχα. Υπό αυτό το πρίσμα, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ εξέδωσε και ανακοίνωση λίγο μετά την υπογραφή της συμφωνίας όπου εκφράζει τη στήριξη της Ουάσιγκτον για την υλοποίηση του αγωγού.
Αποτέλεσμα δεύτερο: Ενεργητική διπλωματία
Η συγκυρία κατά την οποία επέλεξαν τα μέλη της τριμερούς να προχωρήσουν τις διαδικασίες μαρτυρά την πρόθεση της Αθήνας να αξιοποιήσει τις ενεργειακές εξελίξεις για να προωθήσει γεωπολιτικές θέσεις στην Ανατολική Μεσόγειο, μετά και την προκλητική υπογραφή του μνημονίου κατανόησης (Memorandum of Understanding – MoU) μεταξύ Άγκυρας και Τρίπολης. Αυτό δε σημαίνει, όπως έχουν άλλωστε διαμηνύσει όλες οι πλευρές, ότι ο αγωγός στρέφεται εναντίον οποιουδήποτε κράτους αλλά, αντίθετα, ότι ανοίγει ένα ευρύτερο πεδίο διακρατικής συνεργασίας στην περιοχή με άξονα τις εξελίξεις στα ενεργειακά. Σ’ αυτόν τον άξονα συνεργασίας είναι ευπρόσδεκτες όλες οι δυνάμεις της περιοχής υπό την προϋπόθεση, όπως διεμήνυσαν οι πολιτικοί ηγέτες των τριών κρατών, τον σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου.
Από αυτό και μόνο γίνεται εύκολα αντιληπτό πως η πολιτική πρωτοβουλία για την υπογραφή του αγωγού δεν έγινε σε τυχαία συγκυρία. Εξάλλου, η ολοκλήρωση της Μελέτης Εφαρμογής (FEED) και της λήψη της τελικής επενδυτικής απόφασης (FID) χρειάζεται ακόμη περίπου δύο – τρία χρόνια. Ωστόσο, Αθήνα και Λευκωσία ήθελαν να καταστήσουν σαφές ότι ο τουρκικός αναθεωρητισμός δεν θα παραμείνει αναπάντητος και τυχόν επιδίωξη για περαιτέρω κλιμάκωση της προκλητικότητας θα προκαλέσει άμεση διπλωματική αντίδραση – όπως αυτή που ακολούθησε της συμφωνίας με τη Λιβύη.
Αποτέλεσμα τρίτο: Εμβάθυνση και διεύρυνση της συνεργασίας
Το πλέον κρισιμότερο στοιχείο από τις δηλώσεις των πολιτικών ηγετών, στο πλαίσιο της συμφωνίας που υπεγράφη την Πέμπτη, ήταν η πρόθεσή τους να διευρυνθεί και να εμβαθύνει η τριμερής συνεργασία σε περισσότερα του ενεργειακού πεδίου. Το ζήτημα της διμερούς και πολυμερούς συνεργασίας, κυρίως στα πεδία της αμυντικής βιομηχανίας, της τεχνολογικής ανάπτυξης και του τουρισμού, συζητήθηκε και στις κατ’ ιδίαν συναντήσεις των τριών ηγετών. Σ’ αυτό το επίπεδο φαίνεται ότι η εταιρική σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ όλων των πλευρών παράγει αποτελέσματα και σε επίπεδο διαχείρισης κρίσιμων καταστάσεων.
Σε κάθε περίπτωση, η επιλογή του Ισραήλ να περάσει το φυσικό αέριο από την Κύπρο και την Ελλάδα είναι αποτέλεσμα στρατηγικών αποφάσεων ενώ, ακόμη και σήμερα, οι εταιρείες που επιχειρούν στα κοιτάσματα δε βλέπουν αρνητικά το σενάριο μίας νέας προσέγγισης με την Άγκυρα. Αυτό επιβεβαιώθηκε και από τη λιτή ανακοίνωση του εκπροσώπου του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών μετά την υπογραφή του East Med. Η Άγκυρα έκρινε σκόπιμο να επισημάνει ότι η Τουρκία αποτελεί τον πιο οικονομικό και ασφαλή δρόμο για την αξιοποίηση των φυσικών πόρων στην Ανατολική Μεσόγειο.