Μια προσπάθεια να ανακινηθεί το ενδιαφέρον της ελληνικής κοινωνίας, των Ελλήνων παραγωγών και της οργανωμένης Πολιτείας για τη «Via Carpatia» ξεκίνησε από τη Θεσσαλονίκη.
Πρόκειται για το σχέδιο κάθετης σύνδεσης της Βαλτικής με τη Μεσόγειο, ένα έργο «δομικής σημασίας», σύμφωνα με τους φορείς που έλαβαν την πρωτοβουλία «επανεκκίνησής» του, δηλαδή το Διεπιστημονικό Εργαστήριο Παρευξείνιων και Μεσογειακών Μελετών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και τον Ευρωπαϊκό Όμιλο Εδαφικής Συνεργασίας (ΕΛΙΚΑΣ), που με τη στήριξη του υπουργείου Εσωτερικών (Μακεδονίας- Θράκης) οργάνωσαν εσπερίδα, προκειμένου να τεθούν οι βάσεις για τη συνέχεια.
Η Via Carpatia προβλέπει την άμεση οδική σύνδεση της Κλαϊπέντα (λιμάνι της Λιθουανίας) με τη Θεσσαλονίκη, μέσα από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και των Ανατολικών Βαλκανίων. Ξεκίνησε ως σχέδιο από μια πρώτη συμφωνία της Λιθουανίας, της Πολωνίας, της Σλοβακίας και της Ουγγαρίας το 2006. Ο διακρατικός συντονισμός της λεγόμενης «Διακήρυξης του Lancut» ολοκληρώθηκε το 2010 με υπογραφές για την υλοποίηση του σχεδίου από τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία και την Ελλάδα, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Με την προοπτική να ενταχθεί στο Διευρωπαϊκό Δίκτυο Μεταφορών (TEN-T) ο κάθετος άξονας θα ολοκληρώσει τις υφιστάμενες οριζόντιες χαράξεις, δημιουργώντας έναν ενιαίο χώρο από την Κωνσταντινούπολη ως το Κίεβο και το Γκντανσκ ως τα Δυτικά Βαλκάνια. Θα πρέπει να σημειωθεί πως το συνολικό έργο «πατάει» πάνω στην προϋπάρχουσα εδώ και αιώνες χάραξη της εμπορικής, πολιτιστικής και πολιτικής διασύνδεσης της ευρύτερης περιοχής.
«Ο Via Carpatia είναι ένα ξεχωριστό έργο υποδομής, το οποίο μπορεί να συμβάλει σημαντικότατα στην ανάπτυξη», επισήμανε ο υφυπουργός Εσωτερικών (Μακεδονίας- Θράκης), Θεόδωρος Καράογλου, εκφράζοντας την άποψη ότι «δε θα ήταν υπερβολή να λέγαμε ότι αποτελεί ίσως τη σημαντικότερη παρέμβαση στην ευρύτερη περιοχή, δεδομένου ότι θα αξιοποιηθούν και τα υπόλοιπα λιμάνια της Μακεδονίας και τη Θράκης για τη μεταφορά φορτίων από τη Μεσόγειο προς την Κεντρική Ευρώπη, τη Βόρεια Ευρώπη και τη Βαλτική», ενώ «παράλληλα ο συγκεκριμένος δρόμος μας δείχνει ότι ως λαοί οφείλουμε να πορευτούμε με βάση αυτά που μας ενώνουν».
«Ο διεθνής οδικός άξονας Via Carpatia, που συνδέει τον βορρά με τον νότο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά μήκος των ανατολικών συνόρων της δεν είναι ένας ακόμη δρόμος από εκείνους που συνηθίζουμε να λέμε τυπικά ότι θα φέρουν την ανάπτυξη. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα κομβικό και πολυεπίπεδο έργο, το οποίο μας οδηγεί στο μέλλον», επισήμανε.
Σε ό,τι αφορά τα προσδοκώμενα από την υλοποίηση του έργου οφέλη για την Ελλάδα τόνισε ότι «επαναφέρει στο σύγχρονο προσκήνιο τις ιστορικές δυνατότητες της Ελλάδας και της Θεσσαλονίκης κι αυτό γιατί ανοίγει μια σημαντική πύλη εμπορικής και οικονομικής ανάπτυξης της Μακεδονίας και της Θράκης με έντονα χαρακτηριστικά πολιτιστικής και εκπαιδευτικής επικοινωνίας, καθώς επίσης και συνεργασία των λαών».
«Είναι αλήθεια ότι ως διεθνής δρόμος ταχείας κυκλοφορίας ως δρόμος μεταφοράς αγαθών προϊόντων αγαθών και υπηρεσιών ο συγκεκριμένος οδικός άξονας θα προσδώσει μια ιδιαίτερη αίγλη στην πόλη μας, καθώς την καθιστά ένα σημείο αναπτυξιακής αναφοράς», ανέφερε, σημειώνοντας, ωστόσο, ότι «αυτό δε θα συμβεί με κάποιον μαγικό τρόπο, γι’ αυτό απαιτείται συνεννόηση, κατάλληλη προεργασία και βεβαίως συντονισμός διακρατικών δράσεων». «Κανένας σύγχρονος δρόμος δεν είναι αποδοτικός όταν είναι άδειος, άρα το μεγάλο μας στοίχημα είναι ο Via Carpatia να αποτελέσει εφαλτήριο ανάπτυξης, ανοίγοντας δρόμους για τη βελτίωση τόσο της σιδηροδρομικής σύνδεσης όσο και για τις απαιτούμενες βελτιώσεις εντός της Ελλάδος στην Εγνατία Οδό», εξήγησε ο κ. Καράογλου, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
«Το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, μέσα από τη Σχολή Οικονομικών Επιστημών αποδεικνύει για άλλη μια φορά την παρουσία του σε όλα τα διεθνή, οικονομικά, επιστημονικά και κοινωνικά δρώμενα», επισήμανε ο πρύτανης του ΑΠΘ, καθηγητής Νίκος Παπαϊωάννου. «Είναι μία εποχή που η Ελλάδα γυρίζει σελίδα, που πιστεύουμε ότι η οικονομική ανάπτυξη περνάει πλέον μέσα από τα χέρια μας», τόνισε, ενώ αναφέρθηκε στους πολιτισμικούς, κοινωνικούς και πολιτικούς δεσμούς μεταξύ των χωρών που συμμετέχουν στο εγχείρημα.
O Via Carpatia ως έργο έχει μία ιδιαιτερότητα για την Ελλάδα, σύμφωνα με τον κοσμήτορα της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ, Γρηγόρη Ζαρωτιάδη, καθώς «η χώρα που έχει μάλλον τη μικρότερη συμβολή ως απόσταση της αυτοκινητιστικής και σιδηροδρομικής σύνδεσης, είναι ίσως η πιο ευλογημένη στο έργο γιατί έχει να αποκομίσει τεράστια οφέλη». «Ως εκ τούτου», εξήγησε, «προσπαθήσαμε ως ΑΠΘ, με την υποστήριξη των πρυτανικών Αρχών, να προωθηθεί εκ νέου το έργο και από τη δική μας πλευρά ως Πανεπιστημίου, όχι τόσο γιατί έχουμε να κάνουμε πολλά σε επίπεδο υποδομών, αλλά κυρίως σε επίπεδο επιστημονικής τεκμηρίωσης».
«Είναι πολύ κρίσιμο θέμα για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη να αναβιώσει αυτό το σχέδιο», τόνισε εκπροσωπώντας τον ΕΛΙΚΑΣ ο πρώην δήμαρχος Θεσσαλονίκης, Γιάννης Μπουτάρης. «Μπορεί να μεταβάλει σημαντικά το τοπίο των μεταφορών στη Νοτιοανατολική Ευρώπη», εκτίμησε, προσθέτοντας πως και η Θεσσαλονίκη μπορεί να προσβλέπει σε αυτονόητα θετική μεταβολή σε κρίσιμους τομείς της οικονομίας. Διαβεβαίωσε δε πως ο ευρωπαϊκός όμιλος προσδοκά στη συνέχιση της συνεργασίας με το ΑΠΘ, ενώ «πρωτοβουλίες όπως η εσπερίδα αναδεικνύουν την παρεμβατική ικανότητα του Αριστοτελείου».
«Ο Via Carpatia θα αποτελέσει μια εναλλακτική διαδρομή σε σχέση με τους άξονες που σήμερα παρουσιάζουν έντονη κυκλοφοριακή συμφόρηση, καθώς σηκώνουν το μεγάλο βάρος των διεθνών μεταφορών. Θα αποσυμφορήσει το κυκλοφοριακό κομφούζιο και θα επιτρέψει γρηγορότερα ταξίδια μεταξύ των πόλεων», ανέφερε παρουσιάζοντας τα πλεονεκτήματα του οδικού άξονα η Ντορότα Τσίλικ, δήμαρχος Πολωνικής πόλης, από όπου διέρχεται ο άξονας, ενώ τη σημασία του Via Carpatia για τις χώρες τους ανέπτυξαν στις παρεμβάσεις του διπλωμάτες των άλλων συμβαλλόμενων στο έργο χωρών. Το ιστορικό της συμμετοχής της Ελλάδας στο έργο παρουσίασε ο πρώην υφυπουργός Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Γιάννης Μαγκριώτης, ο οποίος είχε υπογράφει και τη σχετική διακήρυξη.