Αμοιβή 120 ευρώ ανά αίτηση θα λαμβάνουν οι δικηγόροι και μάλιστα από τις τράπεζες και όχι από τον οφειλέτη. Πρόκειται για εξέλιξη που αναμένεται να επιταχύνει τις διαδικασίες ολοκλήρωσης για την προστασία της πρώτης κατοικίας.
Η χθεσινή συνάντηση του υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων με τον υπουργό Οικονομικών κ. Χρήστο Σταϊκούρα, τον κ Φώτη Κουρμούση Ειδικό Γραμματέα Ιδιωτικού Χρέους και τον πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθήνας κ. Δημήτρη Βερβεσό, έφερε τους δικηγόρους ως λύση του προβλήματος.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η συνάντηση έφερε στο προσκήνιο τις πρόσφατες αλλαγές που έγιναν από το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης για την άρση της γραφειοκρατίας, με σκοπό τη διευκόλυνση της διαδικασίας.
Η συνάντηση ανέδειξε και τις αμοιβές των δικηγόρων, οι οποίοι μέχρι σήμερα απείχαν από τη διαδικασία, καθώς δεν είχαν αντιληφθεί ότι ο νόμος 4605/2019 προέβλεπε οικονομική αποζημίωση για τους δικηγόρους.
Κυβερνητικός παράγοντας εκτιμά ότι η διαδικασία θα αποκτήσει πιο ταχείς ρυθμούς σε ότι αφορά την κατάθεση αιτήσεων, καθώς η εμπλοκή των δικηγόρων θα δώσει λύσεις στους οφειλέτες που δεν έχουν «καλές σχέσεις» με το διαδίκτυο. .
Τα βασικά στοιχεία του Νόμου προστασίας της πρώτης κατοικίας:
Στο Νόμο για την προστασία της 1ης κατοικίας μπορούν να υπαχθούν όλα τα φυσικά πρόσωπα, με ή χωρίς πτωχευτική ικανότητα (εμπορική ιδιότητα), εφόσον πληρούν αθροιστικά τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
Το σύνολο του ανεξόφλητου κεφαλαίου του δανείου, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται και λογιστικοποιημένοι τόκοι, καθώς και έξοδα εκτέλεσης (αν υπάρχουν) κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, δεν πρέπει να υπερβαίνει ανά πιστωτή (είτε τράπεζα ή εκκαθαριστή τράπεζας ή εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων / fund / servicer ή Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων) το ποσό των:
- 100.000 ευρώ, αν στις οφειλές περιλαμβάνονται επιχειρηματικά δάνεια
- 130.000 ευρώ σε κάθε άλλη περίπτωση (δηλ. δεν περιλαμβάνονται επιχειρηματικά δάνεια)
Αν η οφειλή έχει συνομολογηθεί σε άλλο νόμισμα, πλην ευρώ (π.χ. ελβετικό φράγκο), τότε για τον καθορισμό του ανωτέρω ποσού λαμβάνεται υπόψη η ισοτιμία μεταξύ αλλοδαπού νομίσματος και ευρώ, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης.
Υπάρχει δάνειο με υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης σε ακίνητο, που χρησιμοποιείται ως κύρια κατοικία, το οποίο έχει οφειλές που βρίσκονταν σε καθυστέρηση τουλάχιστον 3 μηνών, κατά την 31/12/2018.
Η αντικειμενική αξία της προστατευόμενης κύριας κατοικίας (δηλ. η φορολογητέα αξία για τον υπολογισμό του συμπληρωματικού ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων – ΕΝ.Φ.Ι.Α.), κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης, δεν πρέπει να υπερβαίνει το ποσό των:
- 175.000 ευρώ, αν στις οφειλές περιλαμβάνονται επιχειρηματικά δάνεια
- 250.000 ευρώ σε κάθε άλλη περίπτωση (δηλ. δεν περιλαμβάνονται επιχειρηματικά δάνεια)
- Το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα του αιτούντος φυσικού προσώπου, κατά το τελευταίο έτος, για το οποίο υπάρχει δυνατότητα υποβολής φορολογικής δήλωσης, δεν υπερβαίνει το ποσό των:
- 12.500 ευρώ, εφόσον στην κατοικία διαμένει μόνο 1 άτομο
- 21.000 ευρώ, εφόσον στην κατοικία διαμένουν 2 άτομα
- 26.000 ευρώ, εφόσον στην κατοικία διαμένουν 3 άτομα (δηλ. με 1 προστατευόμενο μέλος, είτε τέκνο ή άλλος συγγενής)
- 31.000 ευρώ, εφόσον στην κατοικία διαμένουν 4 άτομα (δηλ. με 2 προστατευόμενα μέλη, είτε τέκνα ή άλλοι συγγενείς)
- 36.000 ευρώ, εφόσον στην κατοικία διαμένουν 5 άτομα (δηλ. με 3 προστατευόμενα μέλη, είτε τέκνα ή άλλοι συγγενείς)
Αν το σύνολο των οφειλών δανείων με υποθήκη στην 1η κατοικία υπερβαίνει τα 20.000 ευρώ, τότε η λοιπή ακίνητη περιουσία του αιτούντα, του συζύγου του και των εξαρτώμενων μελών, πέραν της κύριας κατοικίας του αιτούντα, καθώς και τα μεταφορικά μέσα του αιτούντα και του συζύγου του, έχουν συνολική αντικειμενική αξία που δεν πρέπει να ξεπερνά τα 80.000 ευρώ κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης. Σημειώνεται ότι για γήπεδα εκτός σχεδίου πόλης και οικισμού, για τα οποία δεν προσδιορίζεται αξία ΕΝΦ.Ι.Α., ως αξία ακινήτων λογίζεται η αντικειμενική αξία αυτών, όπως αυτή προκύπτει από τις διατάξεις του άρθρου 41Α του ν. 1249/1982.
Οι καταθέσεις, τα χρηματοπιστωτικά προϊόντα και τα πολύτιμα μέταλλα, σε νομίσματα ή ράβδους, του αιτούντα και του συζύγου του και των εξαρτώμενων μελών έχουν συνολική αξία που δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 15.000 ευρώ κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης.
Δεν μπορούν να υποβάλλουν αίτηση στο Νόμο οφειλέτες για τους οποίους:
εκδόθηκε οριστική απόφαση, που απέρριψε αίτησή του στο ν. 3869/2010 λόγω δόλιας περιέλευσής του σε αδυναμία πληρωμής ή λόγω ύπαρξης επαρκούς περιουσίας ή που εξαίρεσε την κύρια κατοικία του από τη ρευστοποίηση (παρ. 2 του άρθρου 9)
Δεν ρυθμίζονται με το Νόμο αυτό:
δάνεια με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου
δάνεια που κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης έχουν ήδη ρυθμιστεί ή υπάρχει εκκρεμής αίτηση ρύθμισης με τον εξωδικαστικό μηχανισμό (ν. 4469/2017) ή τον πτωχευτικό κώδικα (δηλ. άρθρο 99 του ν. 3588/2007) ή το ν. 4307/2014 (άρθρα 61 έως 67).