FSRU Αλεξανδρούπολης
LNG terminal
FSRU ΑλεξανδρούποληςΠηγή Εικόνας: Jan Arrhénborg / AGA / Creative Commons
Την περιφερειακή ζήτηση ενέργειας στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου δύναται να καλύψει η ανάπτυξη των αποθεμάτων φυσικού αερίου στην περιοχή, σύμφωνα με έκθεση του Oxford Institute for Energy Studies, που θεωρεί μη ανταγωνιστική οποιαδήποτε απόπειρα για «άνοιγμα» στην ευρωπαϊκή αγορά.
Σύμφωνα με την Έκθεση, υπάρχουν χώρες, όπως ο Λίβανος και η Κύπρος, που παρουσιάζουν καταπιεσμένη ζήτηση ενέργειας καθώς το μερίδιο του φυσικού αερίου είναι ανύπαρκτο με αποτέλεσμα να επηρεάζονται πολίτες και επιχειρήσεις – και άρα αυτές θα εξυπηρετηθούν από την αξιοποίηση των κοιτασμάτων στην περιοχή. Η ίδια έκθεση αξιολογεί ως ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις των κρατών της Ανατολικής Μεσογείου διατηρούν χαμηλά τον πήχη των προσδοκιών τους απέναντι στις ενδεχόμενες ανακαλύψεις αερίου ενώ θεωρεί ότι τα περιθώρια για είσοδο στις μεγάλες αγορές είναι περιορισμένα.
Προς αυτή την κατεύθυνση, η έκθεση ξεκαθαρίζει ότι η Αν. Μεσόγειος έχει μικρά αποθέματα και υψηλό κόστος παραγωγής συγκριτικά με χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Ρωσία και το Κατάρ, προοικονομώντας ότι το κόστος των νέων έργων LNG θα είναι ιδιαίτερα υψηλό, αν η Ευρώπη γίνει επίκεντρο για τη μεταφορά του φυσικού αερίου. Παράλληλα, τονίζεται η αξία που θα αποκτήσει τα επόµενα χρόνια το υγροποιηµένο φυσικό αέριο (LNG) στις παγκόσµιες αγορές.
Σε κάθε περίπτωση, το πλαίσιο για το φυσικό αέριο από την Ανατολική Μεσόγειο έχει αλλάξει θεμελιωδώς τα τελευταία χρόνια σε ό,τι αφορά τη γεωπολιτική αξία και τα μεγέθη στην αγορά φυσικού αερίου σε συνάρτηση και με τη δομή που παρουσίαζει η παγκόσμια βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου στις τιμές της. Ενδεχόμενη πετυχημένη προσπάθεια της Λευκωσίας, ως κράτος – μέλος της Ε.Ε., να αξιοποιήσει τα αποθέματά της σε φυσικό αέριο, θα την θέσει στο επίκεντρο του περιφερειακού ενεργειακού ενδιαφέροντος. Πάντως η έκθεση αναφέρεται με καχυποψία στο γεγονός ότι η Κύπρος επέλεξε να μεταφέρει τις ποσότητες του «Αφροδίτη» με αγωγό για υγροποίηση στην Αίγυπτο.
Η έκθεση κάνει λόγο για οφέλη από τη χρήση των υπαρχουσών υποδομών με γνώμονα τη μείωση του κόστους και δεδομένο ότι οι ποσότητες είναι αρκετά μικρές ενώ τονίζεται πως δεν αποτελεί θεμελιώδες ζήτημα η επανεξαγωγή φυσικού αερίου μέσω της Αιγύπτου. Τα σενάρια επανεξαγωγής των προμηθειών φυσικού αερίου από τα εργοστάσια ΥΦΑ της Αιγύπτου και η κερδοφορία για τους επενδυτές χαρακτηρίζονται ως απίθανα. Μάλιστα, εκφράζει και την απαισιοδοξία της για τη συνεργασία που επιδιώκεται να επιτευχθεί στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, την οποία αντιμετωπίζει ως μία περιοχή με έχθρες και ριζωμένα προβλήματα που δεν πρόκειται να ξεχαστούν εξαιτίας του κοινού οφέλους που προκύπτει από το φυσικό αέριο.
Εν προκειμένω αξίζει να σημειωθεί ότι διαχρονική προσπάθεια όλων των κυπριακών κυβερνήσεων ήταν η διαμόρφωση ενός σταθμού υγροποίησης στο Βασιλικό που, όμως, παρά και το υπαρκτό επενδυτικό ενδιαφέρον, κάθε φορά έβρισκε τοίχο στην ποσότητα των ενεργειακών αποθεμάτων που είχαν εξευρεθεί. Δεδομένου ότι η συνολική επένδυση για το έργο άγγιζε τα 8,5 δισ. δολάρια, προκειμένου να είναι βιώσιμο θα χρειαζόταν περί τα 10 tcf φυσικού αερίου – αριθμός που δεν θα επέτρεπε και πάλι την κερδοφορία του.