Στις 24 Σεπτεμβρίου συναντιώνται στις Βρυξέλλες οι αρμόδιοι Υπουργοί Ενέργειας για να συζητήσουν για μια ακόμη φορά τους μελλοντικούς ενεργειακούς και κλιματικούς στόχους της Ένωσης. Αυτή τη φορά η ατζέντα αφορά και την Ελλάδα από μια πιο ειδική σκοπιά.
Όπως είχαμε αποκαλύψει, η Ελλάδα ζητά ήδη να αλλάξει τις προτάσεις που έχει ενσωματώσει στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ).
Αποκάλυψη economix: Η Ελλάδα αλλάζει το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα
Σύμφωνα με την ατζέντα που έχει συμφωνηθεί το Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας θα ασχοληθεί κυρίως με τη συμβολή του ενεργειακού τομέα στην κλιματική δράση. Το αρκετά ενδιαφέρον στην συγκεκριμένη υπόθεση είναι ότι συζήτηση θα γίνει δημόσια. Οι υπουργοί θα αρχίσουν με δημόσια συζήτηση σχετικά με την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα σχέδια των εθνικών προγραμμάτων για την ενέργεια και το κλίμα.
Σκοπός της συζήτησης είναι να βοηθήσει τα κράτη μέλη να καταρτίσουν τα αναθεωρημένα εθνικά τους προγράμματα για την ενέργεια και το κλίμα τα οποία αναμένεται να υποβληθούν έως το τέλος του έτους. Αναμένεται επίσης να προσδιοριστούν οι τρόποι αντιμετώπισης της έλλειψης φιλοδοξίας στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης και των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Πρόκειται για δύο βασικές πτυχές των προσπαθειών της ΕΕ να υλοποιήσει τους στόχους για το κλίμα και την ενέργεια μέχρι το 2030.
Η δεύτερη δημόσια συζήτηση θα αφορά τον τομέα της ενέργειας και μετά το 2030. Ειδικότερα, οι υπουργοί θα συζητήσουν την πορεία προς την κλιματική ουδετερότητα.
Η Ελλάδα έχει ήδη ανακοινώσει με βάση τις αναφορές των αρμόδιων στελεχών του ΥΠΕΝ (και σύμφωνα με τις δεσμεύσεις που ανέλαβε δημοσίως ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στη ΔΕΘ) ότι θα επιδιώξει πιο φιλόδοξους στόχους για τη διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα της χώρας.
Επιβεβαίωση Κυριάκου Μητσοτάκη για αλλαγή του ΕΣΕΚ: περισσότερες ΑΠΕ, λιγότερος λιγνίτης
Αναμένεται επίσης η ελληνική κυβέρνηση να δώσει έμφαση στην άμεση (το πρώτο εξάμηνο του 2020) απόσυρση παλαιών και πλέον ρυπογόνων λιγνιτικών μονάδων. Με αυτόν τον τρόπο η Ελλάδα θα υποστηρίξει ότι προωθεί πιο γρήγορα την απολιγνιτοποίηση του ενεργειακού τομέα. Ήδη πέρα από τις δηλώσεις του αρμόδιου Υπουργού Κωστή Χατζηδάκη για το ασύμφορο λειτουργίας πολλών εργοστασίων ηλεκτροπαραγωγής με λιγνίτη (συμφέρει να κλείσουμε τα εργοστάσια και να πληρώνουμε τους εργαζόμενους, είχε πει), τεκμηριώθηκε και δημοσίως από έρευνα της MKO GREEN TANK ότι για να βοηθηθεί η οικονομική κατάσταση της ΔΕΗ πρέπει να αποσυρθούν πολλές μονάδες – και ανέλυσε διαφορετικά σενάρια.
Φως στα οικονομικά 14 λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ ρίχνει νέα έκθεση του GreenTank
Πληροφορίες του economix.gr αναφέρουν ότι η κυβέρνηση θα παρουσιάσει επίσης το μέτρο της έκπτωσης φόρου (ή έκπτωσης από το φορολογητέο εισόδημα) των δαπανών ενεργειακής αναβάθμισης κατοικιών που σκοπεύει να νομοθετήσει για το 2020 και να συμπεριλάβει στον προϋπολογισμό, αλλά δεν έχει καταλήξει ακόμη σε συμφωνία με τους θεσμούς. Το μέτρο θεωρείται απολύτως κρίσιμο για να μπορέσει η χώρα να πετύχει και τους στόχους ενεργειακής απόδοσης (με εξοικονόμηησ στον κτιριακό τομέα) και παράλληλα τυχόν θετική προσέγγιση από σχετικές γενικές διευθύνσεις (Ενέργειας και Κλίματος) και το Συμβούλιο Υπουργών θα βοηθήσει στη διαπραγμάτευση της χώρας με τους εκπροσώπους των δανειστών για την απαραίτητη αλλαγή στη δημοσιονομική πολιτική.
Όλα αυτά τα μέτρα που θα αποτελέσουν τη βάση των αλλαγών που προτείνει να φέρει η παρούσα κυβέρνηση σε σχέση με το σχέδιο της προηγούμενης. Ήδη βέβαια, αναφέρουν οι πληροφορίες μας, η κυβέρνηση γνωρίζει τις παρατηρήσεις της Επιτροπής πάνω στο σχέδιο της προηγούμενης κυβέρνησης αλλά δεν τις έχει δημοσιεύσει. Αναμένεται οι αλλαγές αυτές που προτείνει να περάσουν εύκολα. Η κυβέρνηση, σημειώνουμε, χρειάζεται τη στήριξη (τόσο πολιτικά όσο και με πιο έμπρακτο τρόπο) από τις Βρυξέλλες στο νέο μείγμα που προτείνει για να αντιμετωπίσει τόσο της αντιδράσεις των συνδικαλιστών της ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ όσο και τα πραγματικά προβλήματα που θα πρέπει να λύσει όσον αφορά τις εξαρτημένες από τη λιγνιτοπαραγωγή περιοχές της Δυτικής μακεδονίας (κυρίως) και Μεγαλόπολης στην Πελοπόννησο.
Αλλά ένας βασικός λόγος που η Ελλάδα επιλέγει να παρουσιαστεί σε αυτούς τους τομείς πιο προωθημένη είναι για να μπορέσει να περάσει πιο δύσκολες μεσοπρόθεσμες (και ίσως και μακροπρόθεσμες) αποφάσεις για τη σωτηρία της ΔΕΗ, που άπτεται ασφαλώς του ΕΣΕΚ αλλά είναι και μια παράλληλη διαπραγμάτευση με τους θεσμούς – με την επιτροπή όμως να παίζει το βασικό ρόλο. Η κατάργηση των NOME και η αλλαγή του οδικού χάρτη για το target model (παράλληλα με τις αντιδράσεις των – μικρότερων κυρίως – εναλλακτικών παρόχων) είναι ένα από τα σημεία που η Επιτροπή δεν έχει τοποθετηθεί δημοσίως.
Ακόμη η κυβέρνηση χωρίς να έχει ξεκαθαρίσει το μακροπρόθεσμο σχεδιασμό της, προσπαθεί να βρει πολιτικές και μέτρα που θα ενισχύσουν την οικονομική κατάταση της ΔΕΗ. Η είσοδος επενδυτή στη διαχείριση του δικτύου (στον ΔΕΔΔΗΕ) είναι ένα από αυτά που επίσης αναμένεται να γίνει δεκτό από την Κομισιόν, υπό την προϋπόθεση της τήρησης των κανόνων του ανταγωνισμού (που μοιραία περιορίζει τους ενδιαφερόμενους). Αυτό που δεν είναι γνωστό αν και πως θα αποφασιστεί είναι η λειτουργία νέων λιγνιτικών μονάδων και η τύχη άλλων assets της ΔΕΗ, στενά συνδεδεμένων με τη λειτουργία της αγοράς ενέργειας, όπως τα υδροηλεκτρικά έργα – που η αντιπολίτευση κατηγορεί την κυβέρνηση ότι σχεδιάζει κρυφά να παραδώσει σε ιδιώτες.
Τέλος, συνολικά ο ρόλος της ΔΕΗ στην αγορά παίζει καθοριστικό ρόλο στη σύνθεση του ενεργειακού μίγματος τόσο για τα αμέσως επόμενα χρόνια όσο και για το 2030 και το 2050 και εκεί αναμένεται να υπάρξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την τροποποίηση του ΕΣΕΚ που προτείνει η κυβέρνηση.