Μία εφαρμογή για τον υπολογισμό και τον έλεγχο της απορρόφησης του διοξειδίου του άνθρακα από τις δενδρώδεις καλλιέργειες και της δυνατότητας λειτουργίας τους ως περιοχές δεξαμενής άνθρακα ανέπτυξαν στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού έργου ClimaTree.
Στο έργο αναφέρθηκε ο αντιπρύτανης του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών Σέρκος Χαρουτουνιάν σε εκδήλωση με θέμα «Περιβάλλον και κλιµατική αλλαγή: Προκλήσειç για τον πρωτογενή τοµέα και µέτρα στήριξηç» που διοργάνωσε η Γενική Γραμματεία Αγροτικής Πολιτικής & Διαχείρισης Κοινοτικών Πόρων.
Το έργο ClimaTree έχει ως στόχο να συμβάλει στην ανάπτυξη μιας νέας μεθοδολογίας και ενός καινοτόμου εργαλείου για την μέτρηση των αποθεμάτων του διοξειδίου του άνθρακα στις μόνιμες δενδρώδεις καλλιέργειες, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ. Δικαιούχος συντονιστής είναι το Ινστιτούτο Αστικού Περιβάλλοντος και Ανθρωπίνου Δυναμικού του Πάντειου Πανεπιστημίου και συμπράττοντες το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Ισπανικό Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας, το Πανεπιστήμιο της Βασιλικάτα στην Ιταλία, η Ερευνητική Επιτροπή- Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας και η TERRA NOVA ΕΠΕ.
«Η γεωργία έχει άμεση σχέση με το περιβάλλον αφού αυτή τη στιγμή, είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος ρυπαντής σε διοξείδιο του άνθρακα. Τα επόμενα χρόνια λοιπόν, αντιμετωπίζει πολλαπλές προκλήσεις, όπως είναι ο υπερπληθυσμός, γι΄αυτό και θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τις πηγές που έχουμε με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι αειφόρες» τόνισε ο κ.Χαρουτουνιάν, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ. Οπως διευκρίνισε, στο πρόγραμμα που ανέπτυξαν για τις δενδρώδεις καλλιέργειες – ένα μεγάλο κομμάτι των καλλιεργειών στην Ελλάδα όπως είναι οι ελιές, τα μήλα και τα ροδάκινα – οι αγρότες θα μπορούν, από κάποιο σημείο και μετά, να υπολογίζουν το διοξείδιο που δεσμεύουν οι καλλιέργειές τους.
«Για να αναπτύξουμε την εφαρμογή μετρήσαμε ενδεικτικά διάφορες καλλιέργειες σε όλη την Ελλάδα και καταλήξαμε σε έναν αλγόριθμο. Παράλληλα, κάναμε και μετρήσεις για το πόσο διοξείδιο ξοδεύουμε για την καλλιέργεια και αφού υπολογίστηκαν όλες οι εκροές, υπολογίστηκε και το ισοζύγιο» εξήγησε ο καθηγητής.
Η δόμηση του αλγορίθμου κινήθηκε σε 3 άξονες, στην αύξηση βιομάζας δένδρου, στη δέσμευση εδάφους κάτω και γύρω από το δένδρο και στις καλλιεργητικές τεχνικές που εφαρμόζονται.
«Το έργο LIFE CLIMATREE, κατέδειξε ότι οι οπωρώνες μπορούν να θεωρηθούν μακροχρόνιες δεξαμενές αποθήκευσης άνθρακα, με σημαντικό ετήσιο δυναμικό απορρόφησης. Σε συνδυασμό με την παροχή καταφυγίου στην άγρια ζωή αλλά και τις υπόλοιπες αναγνωρισμένες από την διεθνή βιβλιογραφία οικοσυστημικές τους υπηρεσίες, οι οπωρώνες αποτελούν ένα καλά διακριτό υποσύνολο χρήσης γης ανάμεσα στις αγροτικές γαίες της Ελλάδας» κατέληξε ο κ.Χαρουτουνιάν.
Υπερπληθυσμός και αυξημένες διατροφικές ανάγκες
Για καινοτόμες προσεγγίσεις στα συστήματα εκτροφής και την προσαρμοστική ικανότητα των ζώων έναντι της κλιματικής αλλαγής, μέσω του ευρωπαϊκού προγράμματος iSAGE, μίλησε από την πλευρά του ο καθηγητής στο Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, Τμήμα Κτηνιατρικής, του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Γεώργιος Αρσένος.
«Αντιμετωπίζουμε προκλήσεις που έχουν να κάνουν με την κάλυψη συνεχώς αυξανόμενων διατροφικών αναγκών σε προϊόντα ζωικής προέλευσης, τη συμμόρφωση με τις παγκόσμιες απαιτήσεις για μείωση των αερίων του θερμοκηπίου από τη ζωική παραγωγή και τη διατήρηση της βιοποικοιλότητας και των οικοσυστημάτων, παράλληλα με την παραγωγή τροφίμων για τον συνεχώς αυξανόμενο πληθυσμό του πλανήτη.
«Η παγκόσμια παραγωγή τροφίμων θα πρέπει να αυξηθεί χωρίς απαίτηση για χρήση περισσότερης καλλιεργήσιμης γης και με ελαχιστοποίηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Επομένως, η βιώσιμη εντατικοποίηση είναι μονόδρομος» τόνισε ο κ.Αρσένος, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Το πρόγραμμα iSAGE, με επιστημονικά υπεύθυνο τον Γεώργιο Αρσένο, πραγματοποιείται με στόχο την εφαρμογή καινοτομιών για τη βιώσιμη εκτροφή αιγοπροβάτων στην ΕΕ, τη βελτίωση της ευζωίας των ζώων και του επιπέδου διαβίωσης των παραγωγών, αλλά και την προώθηση της ανάπτυξης του αγροτικού χώρου γενικότερα.
«Το θέμα της κλιματικής αλλαγής θα πρέπει να αποτελέσει κεντρικό αντικείμενο του ΥΠΑΑΤ για τις ομάδες παραγωγών ενώ τα συστήματα εκτροφής πρέπει να γίνουν βιώσιμα, ανθεκτικά και ανταγωνιστικά. Πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στη χρήση νέων τεχνολογιών, στην ανάδειξη της ιδιαιτερότητας της ελληνικής παραγωγής και του φιλοπεριβαλλοντικού χαρακτήρα της αιγοπροβατοτροφίας και αξιολόγηση των χρηματοδοτικών ροών για τα βοοειδή ελευθέρας βοσκής και των επιπτώσεων της εκτροφής τους στην κλιματική αλλαγή και τη διάβρωση του εδάφους των ορεινών βοσκοτόπων» ανέφερε συμπερασματικά ο κ.Αρσένος. Πρόσθεσε, τέλος , ότι «οι επιδοτήσεις για απλή διατήρηση ζωικού υλικού έχουν μόνο αρνητικές επιπτώσεις στην κλιματική αλλαγή και θα πρέπει να συνδεθούν με την παραγωγικότητα των ζώων και την ενσωμάτωση καινοτομιών σε επίπεδο εκτροφής».