Συνήθως τα πράγματα δεν είναι -απλά- αυτό που φαίνονται, λένε. Εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα δεν αποτελεί το ευρωπαϊκό εγχείρημα μιας συνολικής εμπορικής και οικονομικής συμφωνίας με τον Καναδά (EU-Canada Comprehensive Economic and Trade Agreement – CETA).
Σε πρώτη ανάγνωση, η CETA είναι η απάντηση στον εμπορικό προστατευτισμό του 20ου αιώνα, που τελευταία έχει το πρόσωπο του Αμερικανού προέδρου σαν μασκότ, καθώς προβλέπει – μεταξύ άλλων – κατάργηση σχεδόν όλων των τελωνειακών δασμών, εξάλειψη τεχνικών εμποδίων στο εμπόριο, πλαίσιο εύκολης κινητικότητας για τους εργαζόμενους, «άνοιγμα» των διαγωνισμών για δημόσιες συμβάσεις.
Όμως, οι Ευρωπαίοι αρχιτέκτονες της συμφωνίας αποβλέπουν σε κάτι περισσότερο, σύμφωνα με παράγοντες των Βρυξελλών που μίλησαν στο Economix.
Όχι ότι η CETA δεν αποτελεί πόστερ υπέρ της απελευθέρωσης του εμπορίου, κι ας είναι μόλις 2 ετών. Η αύξηση του εμπορικού ισοζυγίου με τον Καναδά, τόσο σε επίπεδο ΕΕ, όσο και σε επίπεδο των κρατών-μελών, στους επιμέρους κλάδους και συνολικά δεν χωρούν αμφισβήτηση. Στη θετική επίδραση της συμφωνίας συνηγορούν και οι μαρτυρίες καναδικών και ευρωπαϊκών εταιρειών που δραστηριοποιούνται σε αυτή ή την άλλη μεριά του Ατλαντικού.
Τι λέει η αγορά;
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο καναδικός Όμιλος IBI, που έχει αυτή τη στιγμή το σημαντικότερο μερίδιο αγοράς σε συστήματα συλλογής διοδίων στην Ελλάδα, ενώ είναι και ένας από τους κύριους παρόχους συστημάτων διαχείρισης κυκλοφορίας για αυτοκινητόδρομους. Στο Economix μίλησε ο Νικόλαος Ευσταθόπουλος, Αssociate Director της IBI Group στην Ελλάδα για τα οφέλη της CETA. «Το πρώτο σημαντικό αποτέλεσμα από την εφαρμογή της συμφωνίας που έχουμε δει για μία εταιρεία εξειδικευμένων υπηρεσιών όπως η δική μας είναι η πιο αποτελεσματική διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού της εταιρείας και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού» αναφέρει, ενώ βλέπει και νέες ευκαιρίες να ανοίγονται από την εμπορική συμφωνία: «τα οφέλη που βλέπουμε για το μέλλον είναι κυρίως το άνοιγμα σε αγορές που δεν ήταν εύκολο να δραστηριοποιηθούμε στο παρελθόν αλλά και η πιο αποτελεσματική συνεργασία με ευρωπαϊκές εταιρείες για ευκαιρίες τόσο στην Ευρώπη αλλά και στη Βόρεια Αμερική».
Η ολλανδική Spotzi, που αναπτύσσει διαδραστικούς χάρτες με τη χρήση big data, είναι ακόμα μια ευρωπαϊκή εταιρεία που, όπως η IBI Group, εκμεταλλεύεται την κινητικότητα εργαζομένων που προσφέρει η CETA. «Έχοντας δραστηριότητα και στον Καναδά, εκτιμάμε τις ευκολότερες διαδικασίες για την έκδοση βίζας, που επιτρέπουν στις Ολλανδικές και Καναδικές ομάδες να δουλεύουν μαζί», τονίζουν. Όπως επισημαίνουν στελέχη της εταιρείας, με την εφαρμογή της συμφωνίας είναι ευκολότερο για επιχειρήσεις να στέλνουν το προσωπικό τους για προσωρινές εργασίες στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Επίσης δηλώνουν ενδιαφέρον για τις «ευκαιρίες προμηθειών» στον Καναδά που ανοίγει η CETA.
H γερμανική Reclay Group, που δραστηριοποιείται στον κλάδο παροχής υπηρεσιών ανακύκλωσης, υποστηρίζοντας εταιρείες και κυβερνήσεις για την επίτευξη των στόχων που έχουν θέσει, τοποθετείται για τις ευκαιρίες που ανοίγονται με την εμπορική συμφωνία. Ειδικότερα, ο Raffael A. Fruscio, CEO της Reclay, σημειώνει ότι «η εμπειρία μας στη Γερμανία δείχνει ότι το άνοιγμα των δημόσιων συμβάσεων στον ανταγωνισμό έρχεται με πλεονεκτήματα τόσο για το περιβάλλον όσο και τον καταναλωτή» αναφερόμενος στο σχετικό άρθρο που περιλαμβάνεται στη CETA.
Στο ίδιο κλίμα, ο Σύνδεσμος Γερμανών Βιομηχάνων (BDI) εκφράζει την θέση ότι το Βερολίνο «πρέπει να επισπεύσει την κύρωση της CETA, ώστε η συμφωνία αφού τεθεί σε πλήρη ισχύ, να αποτελέσει πρότυπο για μελλοντικές ευνοϊκές εμπορικές συμφωνίες», κάνοντας ειδική μνεία στο Σύστημα Επενδυτικών Δικαστηρίων που εισάγει η CETA (εκκρεμεί η σύστασή του) και εγγυάται την προστασία ξένων επενδυτών.
Και, για τους πιο επιφυλακτικούς, αφήνουμε τους αριθμούς να μιλήσουν
Ιδιαίτερη σημασία έχουν τα οικονομικά οφέλη που ήδη έχει δει η Ελλάδα από την εφαρμογή της CETA, με δεδομένο ότι η χώρα δειλά εισέρχεται σε τροχιά ανάπτυξης, μετά την μακροχρόνια ύφεση και επιχειρηματική συρρίκνωση.
Το 2018, το ισοζύγιο των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ Ελλάδας-Καναδά ανήλθε στα 251 εκ. ευρώ, σημειώνοντας ετήσια άνοδο 12,3%. Αντίστοιχα, οι ελληνικές εξαγωγές στον Καναδά το 2018 εκτοξεύτηκαν στα 162 εκ. ευρώ, ενισχυμένες κατά 18,3% σε σχέση με το 2017.
Στις κυριότερες κατηγορίες ελληνικών εξαγωγών συγκαταλέγονται τα πετρελαιοειδή που ανήλθαν σε 17,6 εκ. ευρώ το 2018, προστιθέμενης αξίας κατά 7,76 εκ. ευρώ σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
…και τους αρμόδιους
Σε δηλώσεις της στο Economix η Vanessa Podgurny, Senior Trade Commissioner της πρεσβείας του Καναδά στην Αθήνα, ερωτηθείς αν έχει ήδη δει αποτελέσματα από την εφαρμογή της CETA, η κ. Podgurny απάντησε εμφατικά «ναι». Ειδικότερα, όπως τόνισε «από την άφιξή μου οι καναδικές εταιρείες έχουν γίνει πιο ενεργές στην Ελλάδα».
Μας αποκάλυψε ακόμα πως «πολλοί θέλουν να επενδύσουν εδώ, και κάποιες μεγάλες επενδύσεις, όπως η επέκταση μιας εξ’ αυτών στο Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών, έχουν γίνει γνωστές στο κοινό».
Για να συμπληρώσει ότι «υπάρχει μεγάλη αισιοδοξία στην Ελλάδα τώρα, και πιστεύω ότι οι καναδικές εταιρείες το βλέπουν- ακόμα κι από την άλλη άκρη του ωκεανού!».
Στο Economix μίλησε και ο εκπρόσωπος Τύπου του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, Αλέξανδρος Γεννηματάς, διευκρινίζοντας ότι «εκκρεμεί η κύρωση από την Ελλάδα». Όμως υπογράμμισε ότι η CETA θα ωφελήσει την Ελλάδα, καθως μεταξύ άλλων «θα σημειωθεί αύξηση των ελληνικών εξαγωγών στον Καναδά, λόγω συνδρομής στις μικρές επιχειρήσεις, θα ανοιχθεί περαιτέρω η καναδική αγορά υπηρεσιών στις ελληνικές επιχειρήσεις, θα είναι ευκολότερη η πρόσβαση ελλήνων επαγγελματιών σε θέσεις εργασίας στον Καναδά, θα ενθαρρύνονται περισσότερο οι επενδύσεις μεταξύ Ελλάδας και Καναδά, και θα έχουν τη δυνατότητα οι ελληνικές επιχειρήσεις να συμμετέχουν σε περισσότερους διαγωνισμούς στον Καναδά.
Τι είναι πιο σημαντικό από τα οικονομικά οφέλη της CETA;
Μια εμπορική συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ
Όπως γράψαμε παραπάνω, οι Ευρωπαίοι αρχιτέκτονες της συμφωνίας αποβλέπουν σε κάτι περισσότερο, σύμφωνα με παράγοντες των Βρυξελλών που μίλησαν στο Economix. Μετά το ναυάγιο του TTIP, δηλαδή του πολύ πιο σημαντικού για την ΕΕ, και παράλληλα μεγαλεπίβολου, εγχειρήματος για το κλείσιμο αντίστοιχης εμπορικής συμφωνίας με τις ΗΠΑ, της οικονομίας με το μεγαλύτερο ΑΕΠ στον κόσμο, άλλαξαν τακτική. Κατάλαβαν, δηλαδή, ότι η μυστική διπλωματία που χρησιμοποιήθηκε για το TTIP επέτρεψε σε ΜΚΟ, όπως η Greenpeace, να μετατρέψουν μια συνολική συμφωνία σε ένα μονοθεματικό ζήτημα, ανάλογα με την ατζέντα τους.
Υπενθυμίζεται ότι οι διαπραγματεύσεις για το TTIP εληξαν το 2016 χωρίς συμφωνία. Σύμφωνα με την ΕΕ, «απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 15ης Ιουλίου 2019 αναφέρει ότι οι διαπραγματευτικές οδηγίες για την TTIP είναι παρωχημένες και δεν έχουν πλέον σχέση». Έκτοτε, ζούμε την εποχή εμπορικού πολέμου με την διοίκηση Τραμπ, μέχρι τουλάχιστον να ωριμάσουν οι συνθήκες για να μπουν τα θεμέλια για επανέναρξη του διαλόγου. Και τότε, η Ευρώπη θα «παίξει» διαφορετικά το παιχνίδι. Μην ξεχνάμε, άλλωστε, την πρόθεση των Βρετανών να υπογράψουν διμερή εμπορική συμφωνία με τις ΗΠΑ μετά την αποχώρησή τους από την ΕΕ.
Για το λόγο αυτό η συμβολική σημασία της επιτυχούς ολοκλήρωσης της εμπορικής συμφωνίας με τον Καναδά είναι μεγαλύτερη των όποιων οικονομικών κερδών. Πληροφορίες επιβεβαιώνουν ότι οι Βρυξέλλες θέλουν να χρησιμοποιήσουν το μοντέλο CETA και στις επόμενες εμπορικές συμφωνίες που θα επιδιώξουν.
Ισχυρές φωνές στην Ευρώπη θέλουν μάλιστα η επόμενη συμφωνία να προσπεράσει την χρονοβόρα και αμφίβολη διαδικασία κύρωσης από τα κράτη-μέλη, μειώνοντας τον αριθμό των παικτών με την δυνατότητα του βέτο, όπως τονίζουν στο Economix πηγές με γνώση του θέματος.
Η μικροπολιτική επί τω έργω: Σαλβίνι και… Ελλάδα;
Η καλύτερη τύχη που είχε η CETA, δεν σημαίνει ότι δεν αντιμετωπίζει (ακόμα) εμπόδια. Βοηθάει μεν το γεγονός ότι οι εμπορικές σχέσεις με τους «καλούς Καναδούς» αντί για τους «κακούς Αμερικανούς» είναι πιο εύκολα αποδεκτές από τους Ευρωπαίους ψηφοφόρους. Ωστόσο, κυβερνήσεις των κρατών-μελών της ΕΕ, όπως η Ιταλία, δεν διστάζουν να «παγώσουν» την κύρωση της συμφωνίας, για να επιδιώξουν άλλα ανταλλάγματα ή, πιο γενικά, για να εξυπηρετήσουν εσωτερικούς πολιτικούς σκοπούς.
Για παράδειγμα, ο ακροδεξιός κυβερνητικός εταίρος και επικεφαλής της Λίγκα, Ματέο Σαλβίνι, που βρίσκεται σε κόντρα με την Κομισιόν για την ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική και τη δημοσιονομική συμμόρφωση της Ιταλίας, εξελέγη (και) με το διακύβευμα ότι θα σταματήσει την CETA. Και όντως, μέχρι σήμερα η Ιταλία δεν έχει κυρώσει την συμφωνία, όπως και τα υπόλοιπα 21 από τα 34 κράτη-μέλη. Βέβαια, το γεγονός ότι η συμφωνία είναι σε προαιρετική ισχύ εδώ και 2 χρόνια σε όλες τις χώρες, ανεξαρτήτως κύρωσης, εμπνέει αισιοδοξία ότι σε βάθος χρόνου θα ολοκληρωθεί επιτυχώς.
Η Ελλάδα είναι ανάμεσα στις χώρες που δεν έχει κυρώσει την εμπορική συμφωνία, όπως υπενθυμίζει στο Economix ο εκπρόσωπος Τύπου του ΥΠΕΞ, κ. Γεννηματάς. Αν και μεγαλύτερη δημοσιότητα πήρε το ζήτημα της Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης της φέτας, άτομα με γνώση του θέματος συνδέουν τις καθυστερήσεις της προηγούμενης κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και με την επένδυση της Eldorado Gold στις Σκουριές, αλλά και με τις διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς για άλλα θέματα. Κύκλοι των Βρυξελλών πάντως εκτιμούν ότι η Αθήνα έχει δεχτεί πιέσεις από την Ευρώπη να προχωρήσει με την διαδικασία, λόγω του μεγάλου συμβολισμού της εμπορικής συμφωνίας για την ΕΕ.
Τώρα, παρότι η ΝΔ ως κυβέρνηση το 2014 στήριξε την CETA, μένει να αποδειχτεί στην πράξη πώς θα προχωρήσει με την κύρωση της συμφωνίας.